Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2011

Ας μαζευτούμε...

Έχει πολύ πλάκα να βγαίνεις έξω για ποτό και να συναντάς κόσμο που το όνομα σου δεν το θυμάται,  ξέρει όμως ποια είσαι και με ποιους κάνεις παρέα, ή τουλάχιστον με ποιους κυκλοφορείς συνήθως, έρχεται σε χαιρετάει και ενώ δεν έχει και πολλά πολλά μαζί σου (ούτε βέβαια κι εσύ) σου πετάει κορυφαία ατάκα: "άντε, για να δούμε τι θα γράψεις και για αυτό το μέρος στο Blog σου"... Bohhhh ώπα φίλε (σάσα) μπάστα... Ούτε για το αθηνόραμα γράφω ούτε για την αθενς βόις, άμα θες κριτικές για να δεις πού θα φας, έχει εγκυρότατα sites, blogs, περιοδικά... ουυυυυ να φαν κι οι κότες. Εγώ το κακόμοιρο εμπειρίες από την ταπεινή κι ασήμαντη ζωή μου γράφω, προσπαθώντας να τις αποτυπώσω με λίγο ζοφερό ύφος μπας και γελάσει το χειλάκι μας, γιατί με αυτά που συμβαίνουν γύρω μας όλοι έχουν γίνει κλαψομούνηδες και μιζεράμπλ. Σε ευχαριστώ πάντως που δε θυμάσαι πώς με λένε, αλλά θυμάσαι τη διαδικτυακή υπόσταση μου.
Πάντως ναι, αν σου έχει λείψει η ρεστοκριτική από την πένα μου, θα σου πω εν τάχει πως τον τελευταίο μήνα  έχω φάει σε πολλά γνώριμα και δημοφιλή στέκια, αλλά πουθενά δεν ενθουσιάστηκα τόσο ώστε να με πιάσει κωλοπιλάλα να αφιερώσω ολόκληρη ανάρτηση. Και σε live gigs πήγα, και σε παράσταση θεάτρου, και στα νέα σχήματα στις μπουζουκερί, και σε ύποπτα κακόφημα μπαρ και γενικά μια γύρα την έριξα, γιατί ως γνωστόν κώλο δε βάζω μέσα. Αν πρέπει να σχολιάσω κάτι ή να εστιάσω σε κάποιο φαινόμενο είναι στο ότι ο κόσμος τη νυχτερινή διασκέδαση του δεν έχει καμία απολύτως πρόθεση να τη ελαττώσει, ίσα ίσα φαίνεται πως έχει ανάγκη να διατηρήσει τη ψευδαίσθηση πως είναι ακόμα ζωντανός, γιατί όλα τα άλλα τα οικονομικοπολιτικά τον κάνουν να θέλει να πάρει μια θηλιά και να κρεμαστεί. Βέβαια, να λέμε και του στραβού το δίκιο, ο κόσμος όντως βγαίνει, αλλά δεν παρεκτρέπεται, ούτε πίνει κρασιά των 100 ευρώ το μπουκάλι, ούτε πετάει δεκάδες πανέρια στην πίστα, ούτε πίνει 6 κοκτέηλ, ούτε κάνει την άσκοπη φιγούρα τελοσπάντων που θα έκανε πριν 5 χρόνια. Θα βγει για ποτό λιγότερες φορές, επί τούτου με φίλους που είχε καιρό να δει, όχι επειδή βαριόταν να κάτσει σπίτι του, θα φάει μόνο μια φορά έξω, κάπου με ποιοτικό φαγητό που του έχει λείψει από το καθημερινό junk που παραγγέλνει στη δουλειά,  θα πάει μία φορά σινεμά σε ταινία που πραγματικά γούσταρε να δει κι όχι όποια εβδομαδιαία μαλακία παίζει το village, θα πάει να ακούσει μουσική που είναι το κόλλημα του και όχι σε κάθε τυχαία πανάκριβη συναυλία που πρέπει να δώσει το παρών ως το μέγα κοινωνικό γεγονός.
Σε αυτό το κομμάτι κόσμου που περιέγραψα μόλις ανήκω κι εγώ. Μαζεύτηκα, η αλήθεια να λέγεται. Δεν περιορίστηκα, σε καμία των περιπτώσεων δε σταμάτησα να γυρνάω εδώ κι εκεί, άλλωστε είναι το σήμα κατατεθέν μου να είμαι συνέχεια alert. Απλά, κάνω επιλεκτικές εξόδους, έχω κόψει τις υπερβολές (άλλωστε οι κρεπάλες, πέραν του χρηματικού τημήματος, έχουν κι επιπτώσεις στη σωματική μας υγεία) και έχω κόψει τα πολλά πολλά με γνωστούς που με παρέσερναν σε ανούσια ξενύχτια και κατανύξεις. Άσε που κι αν ακόμα είχα διάθεση, χρόνο και χρήμα να συνεχίσω με τους ίδιους ρυθμούς, έπαιζε έντονα το ενδεχόμενο να μην ακολουθούσε κανείς ή τέλοσπαντων να μου την πούνε ότι είναι παραείναι προκλητική για τη συγκεκριμένη περίοδο η φάση socialite. Συνεπώς, για αυτό το μήνα τουλάχιστον, κομμένες οι αναφορές σε κυριλένκο μέρη. Κι αν ακόμα πήγα, δε θα σας το πω! Εκτός κι αν με πετύχετε μούρη με μούρη ή γίνει κάνα πολύ γουάου σκηνικό που να πρέπει να το μοιραστώ! Φιλιά!

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Καιρός να πάμε παρακάτω

Και κάπως έτσι απλά τελείωσε κι επισήμως μια ομηρία, μια αρρωστημένη περίοδος, μία χειμερία νάρκη, μια ασυναίσθητη αναμονή... Χρειάστηκαν λιγότερο από 30 δευτερόλεπτα για να ξεπεράσω το σοκ της αναπάντεχης συνάντησης και μόλις ένα ανοιγόκλεισμα των ματιών για να συνειδητοποιήσω αυτό που ήξερα μέσα μου καιρό τώρα (μην πω χρόνια τώρα) αλλά αρνιόμουν να παραδεχτώ στον εαυτό μου. Άντε γεια! Ποιο σύνδρομο Στοκχόλμης, ποια κυρία Κουκοβίκου και ποιος Αντωνάκης... Άντε γεια! Είμαι σε μια φάση που εσύ θα μοχθήσεις να φτάσεις, αν φτάσεις και ποτέ. Είμαι γεμάτη, είμαι σίγουρη, είμαι αποφασισμένη. Κάτι που δεν είδα στο βλέμμα σου. Περνάω πολύ καλά, κάτι από το οποίο εσύ πάσχεις. Προχώρησα, κάτι που δεν μπορώ πλέον να πω για σένα.  Και το αστείο είναι πως ούτε σε λυπάμαι, ούτε μου καίγεται καρφί. 'Αντε γεια!
Good things happen to those who wait, λένε. Ανέκαθεν ήμουν της υπομονής, όχι από πείσμα, απλά γιατί πάντα πίστευα πως τα καλύτερα έπονται και δεν ενθουσιαζόμουν με ψεύτικες κι ευκαιριακές συγκινήσεις. Έχτισα την ευτυχία μου, με πολύ κόπο και με πολλές θυσίες, κάποιες μεγάλες, κάποιες ασήμαντες. Πέρασα πολλά μέχρι να φτάσω εδώ, σαράντα κύματα με χτύπησαν. Έζησα πολύ έντονα και τα καλά και τα άσχημα, περισσότερα βέβαια ήταν τα κουλά και οι κουλοί που βρέθηκαν απέναντι μου. Λύγισα πολλές φορές, το παραδέχομαι και σε ορισμένες φάσεις στάθηκα λιγόψυχη. Αλλά, κάθε φορά σαν το φοίνικα ξαναγεννιόμουν από τις σταχτες και προχωρούσα. Γιατί το σημαντικό είναι να προχωράς κι όχι να μένεις πίσω και να μεμψιμοιρείς. Το σημαντικό είναι να έχεις πίστη στον εαυτό σου ότι θα καταφέρεις όλα αυτά που θες και να μην αφήσεις τίποτα και κανένα να σε καθηλώνει στον πάτο. Κι αργά ή γρήγορα, θα δεις φως στο τούνελ.
Δεν είναι θέμα ικανοποίησης, όπως μου είπαν οι κολλητές. Δε με ενδιέφερε ποτέ να σου αποδείξω πως δε χάθηκα, πως δεν πνίγηκα στο βούρκο της κατάθλιψης, πως μπορώ και χωρίς την πάρτη σου. Βασικά, δε μ'ενδιέφερε ποτέ να σου αποδείξω τίποτα, γιατί κάτι τέτοιο θα σου έδινε και αξία. Περισσότερο ήταν που οι τίτλοι τέλους πέσανε και κινηματογραφικά παρουσία φιλοθεάμωνος κοινού, όχι απλά να αιωρείται η αίσθηση ότι σε έχω ξεπεράσει. Ούτε θέμα εκδίκησης, επίσης. Η εκδίκηση όπως και η ζήλεια είναι για μένα ένδειξη μικρότητας και αδυναμίας χαρακτήρα. Και είπαμε: μόνο αδύναμη δεν αισθάνομαι. Εγώ είμαι στο μετά, στο πολύ μετά. Και frankly my dear, I don't give a damn. Κι αν σε αξιώνω με την αναφορά σε αυτή την ανάρτηση, είναι μόνο και μόνο επειδή εξαιτίας σου άρχισα να μπλογκάρω, από ανάγκη ψυχοθεραπείας. Αλλά στην πορεία κατάλαβα πως ούτε θεραπεία χρειαζόμουν, ούτε λύτρωση, ούτε διέξοδο. Ανέκαθεν ήμουν καλά κι ανέκαθεν τα είχα όλα. Απλά, δεν το πολυπίστευα κι είχα την αγωνία μήπως είμαι και λίγο γαϊδούρα που μπορούσα να παίρνω αψήφιστα κάποια πράγματα και που μπορώ να προχωράω ακάθεκτη. Κι όπως λέει κι ένα τραγούδι "καλημέρα καινούρια μου αγάπη, καλημέρα καινούρια ζωή". Α και να μην ξεχάσω, ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ ΣΟΥ!!!

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Οff season, off road, off we go


Σαββατοκύριακο ανέβηκα Αράχωβα και ναι δέχομαι πως φαντάζει εντελώς άκυρος προορισμός για αρχές Σεπτέμβρη, δεδομένου ότι ο κόσμος αναζητά ευκαιρίες για να κάνουν μερικά ακόμα μπάνια. Ως γνωστόν, δεν είχα ποτέ ιδιαίτερη πρεμούρα για κολύμπι και από άποψη ηλιοθεραπείας, η μελανίνη δούλεψε overtime το περασμένο σουκου που είχα πάει Ελαφόνησο με τη μαμά. (Ορίστε, να μην έχουμε παράπονο, έπαιξε μπάλα κι ο παραθαλάσιος προορισμός). Οπότε, με το που τέθηκε το δίλημμα "βουνό ή θάλασσα", προτίμησα το μη προβλέψιμο. Στην τελική, το νησίιιιιιι είναι πάντα εκεί να με περιμένει και ο κυκλαδίτικος καιρός σηκώνει παραθερισμό μέχρι μέσα Οκτώβρη. Να μου πεις, ΟΚ και ο Παρνασσός εκεί δε θα είναι και το χειμώνα, ήταν ανάγκη να τρέχεις εκεί πάνω φθινοπωριάτικα; Δεν είχα ξαναπάει ποτέ τέτοια περίοδο να είμαι ειλικρινής και είχα την περιέργεια να δω μια άλλη εικόνα από αυτή την κοσμοπολίτικη (νεοπλουτίστηκη να το θέσω πιο σωστά) που επικρατεί μόλις πέσουν τα πρώτα χιόνια, με τα cayenne ( = όχημα άρρηκτα συνδεδεμένο με τον τόπο), τα apres ski, το μποτιλιάρισμα, την τσίκνα και το δήθεν. Κι αποζημιώθηκα για την επιλογή μου.
Καταρχάς, βλέπεις το χωριό όπως ακριβώς είναι: γραφικό, με όμορφα σπίτια, με τους ντόπιους να απολαμβάνουν καφεδάκι στην πλατεία, με ρυθμούς ζωής σαν τη διαφήμιση "φέεεεεεεεεεταααααααα", με ανοιχτά μόνο τα παραδοσιακά καταστήματα με σουβενίρ (και όχι τις πανακρίβου μπουτίκ τύπου Mall). Το μάτι να χορταίνει θέα, το πνευμόνι να ρουφάει καθαρό οξυγόνο, το στομάχι να τρέφεται με νοστιμότατα μαγειρευτά στην κυρα Παναγιώτα (χωρίς ρεζερβέ). Είδα μια Αράχωβα που αν δεν υπήρχε το χιονοδρομικό ως πόλος έλξης δε θα διέφερε σε τίποτα από τα χωριά στα Τζουμέρκα ή τα Άγραφα. Κι επειδή τον Ιούλιο έκανα ένα αντίστοιχο κουλό σουκου στο Καρπενήσι και τα πέριξ, συνειδητοποίησα ότι η κοσμοσυρροή αλοιώνει την όψη ενός χωριού, δημιουργεί πλασματικές συγκινήσεις κι όταν το επισκέπτεσαι off season, τα πάντα απομυθοποιούνται. Σε βαθμό που τολμάς και να αναλογιστείς πως πολύς ντόρος ρε παιδί μου για ένα κεφαλοχώρι.
Να μην παρεξηγηθώ, όμως, πέρασα πολύ ωραία, γιατί ακόμα και η αλλαγή παραστάσεων από την πόλη είναι από μόνη της μεγάλο exitement. Πόσο μάλλον όταν πας με εκλεκτή παρέα, σε φιλοξενούν σε ένα υπέροχο σπίτι (εξωτερικά wannabe παραδοσιακό, αλλά μέσα πολύ cosy και άψογα διακοσμημένο), περνάς το απόγευμα σου σε μια βεράντα με θέα στον απέραντο ορίζοντα (με κάμπους, βουνά, χωράφια, δέντρα), ακούς μουσικάρες (ναι, εντάξει Ρέμο ακούγαμε...), πίνεις το δροσερό κρασάκι σου και δε σκέφτεσαι τίποτα από τη βαρετή καθημερινότητα σου. Η θερμοκρασία για βουνό ήταν ταμάμ, ούτε να σκας, ούτε να θες αμπέχωνο, η ατμόσφαιρα πεντακάθαρη, το παραμικρό να μη σε αγχώνει ή να σου διαταράσει την απόλυτη ηρεμία που βιώνεις. Κάτι διαφορετικό από τα τετριμμένα, μακριά από νυχτερινή ζωή, βουή και λοιπές οχλήσεις.
Το κερασάκι στην τούρτα μου σκασε την Κυριακή. Το efoulini οδηγός σε ένα κτηνώδες όχημα, έτοιμο για δράση και off road περιπέτειες. Στο δρόμο για το χιονοδρομικό, έχοντας προσπεράσει τις προκάτ καταστάσεις που επικρατούν στο Λειβάδι, μπήκα σε απίστευτους χωματόδρομος που οδηγούσαν σε καλά κρυμένα Αλπικά μυστικά, σε σπίτια-chalet που μόνο σε ταινίες νομίζεις πως υπάρχουν, μια πολυτέλεια καλυμμένη από το δάσος, ζηλευτή και μόνο για το ότι ήταν δυσπρόσιτη. Και μετά, πιο ψηλά, το έπος του Παπαργυρόπουλου, το βουνό φαλακρό, οι εγκαταστάσεις παρατημένες και κάπως decadence και οι πίστες ανοιχτές για άλλου είδους συγκινήσεις από αυτές για τις οποίες είναι κανονικά φτιαγμένες. Τετρακίνηση, μουσική στη διαπασών (όχι ρέμος εδώ, εδώ σήκωνε τρελλή ψυχεδέλεια για να πιάσει η αδρεναλίνη κόκκινο) γκάζια και μέσα σε δέκα λεπτά σε υψόμετρο 2250, ακριβώς στο λιφτ του Ηρακλή. Θέα να σε συνεπαίρνει όχι από ομορφιά, αλλά από την επιβλητικότητα του άγριου τοπίου, κρύος αέρας να ροδίζει τα μαγουλάκια, μυρωδιά από κοπριές να σου τσιμπάει τα ρουθούνια (το χιονοδρομικό μία απέραντη στάνη, ένα βοσκοτόπι) και η καρδιά να χτυπάει ασταμάτητα από χαρά, από παιδικό ενθουσιασμό, από αμηχανία. Μικρά πράγματα που κάνανε όλη τη διαφορά.
Κάτι τέτοιες συγκινήσεις σε κάνουν να καταλαβαίνεις πως η ευτυχία κρύβεται σε πολύ απλά σκηνικά. Δε χρειάζεσαι μεγαλεία για να περάσεις καταπληκτικά, το royal treatment προκύπτει από τη διάθεση της παρέας, την όρεξη να ξεφύγεις από τα τετριμμένα αλλά ταυτόχρονα να αρκεστείς σε πιο γήινες καταστάσεις. Να δοκιμάσεις να δεις κάτι αλλιώς, υπό άλλο πρίσμα αλλά ταυτόχρονα να μην έχεις απαιτήσεις. Να αφεθείς. Και το όλο setting της φθινοπωρινής Αράχωβας μου προσέφερε ακριβώς αυτό. Τη δυνατότητα να "ταξιδέψω", να "φύγω", να ξεκολλήσω. Τολμήστε το, μερικοί το έχετε πολύ ανάγκη. Φιλιά.

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

It was about time...

Τις προάλλες είχα πάει για τίμιο ποτάκι με ένα φίλο που είχα να δω αρκετό καιρό και φυσικά πιάσαμε τις κουβέντες για το που είμαστε, τι κάναμε, δουλειές, διακοπές, γκομενικά, κοινούς γνωστούς και γενικότερο gossip. Έχει πλάκα γιατί πλέον στις ηλικίες που είμαστε τις συζητήσεις μονοπωλεί πάντα το θέμα των σχέσεων και πολύ λιγότερο όλα τα άλλα, ειδικά εν περίοδο κρίσης που όλα γύρω μας καταρρέουν και δεν ξέρουμε τι θα μας ξημερώσει αύριο, εκεί  κωλοπιλάλα να αναλύσουμε όλοι τα ερωτικά μας, να βρούμε συμπαράσταση, ακροατήριο να ακούσει τον πόνο μας, να συμπάσχει, να βρούμε συνένοχους, να βρούμε λύτρωση ότι δεν είμαστε οι μόνοι εκεί έξω που μαλακίζονται οικτρά και είναι όπου γης πατρίς. Ετσι και με το φιλαράκι κάναμε ένα δίλεπτο resumé, ένα ταχύτατο catch up κι αμέσως βουρ στο ψητό, του τύπου "εσύ παίζει τώρα τίποτα ή έχει πιαστεί το χέρι από την αυνάνα" λες και άλλη πρεμούρα δεν είχαμε, λες και δεν έπαιζε γαμώ τις μουσικές το μαγαζί, λες και δεν πίναμε απολαυστικότατα κοκτεηλάκια, λες και δεν είχε τόσο κόσμο να κάνουμε τουλάχιστον μια κοινωνική κριτική στην πασαρέλα, εκεί το χαβά μας να λέμε για άκυρους γκόμενους κι ελεεινές γκόμενες.
Τρεις ώρες εκεί να αναλύουμε τα πώς και τα γιατί της κάθε αποτυχημένης προσπάθειας να ευδοκιμήσει κάποια από τις πρόσφατες περιπέτειες μας. Nα επαναλαμβάνουμε πως δε φταίμε εμείς, πως φταίνε οι ρυθμοί της ζωής που ο καθένας γύρω μας είναι παρτάκιας, που οι γυναίκες τη σήμερον ημέρα θέλουν μόνο πούτσο κι άντε γεια και οι άνδρες έχουν γίνει πιο gay κι απ' τους original gay. Να αναφερόμαστε αδιάκοπα στις πεντάχρονες σχέσεις Βατερλό  που μας οδήγησαν σε αυτά  τα χάλια, να απαξιώνουμε με ευκολία τις καινούριες γνωριμίες, γιατί πλέον ο πήχης έχει ανέβει πολύ ψηλά. Να μιλάμε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για το σενάριο γάμος και το πώς αντιλαμβανόμαστε το ενδεχόμενο του, κατακρίνοντας γνωστούς που το αντιμετωπίζουν διαφορετικά. Να επιβεβαιώνουμε πως αναζητούμε τα αυτονόητα, τα απλά πράγματα και να διαπιστώνουμε ότι έχουμε καταντήσει γεροπαράξενοι.
Και κάπου στη μέση της συζήτησης να συνειδητοποιώ (ίσως και ο φίλος αντίστοιχα για πάρτη του) ότι εκείνη την ώρα είμαι στο λάθος μέρος, με τον πιο λάθος άνθρωπο και κάνοντας ό,τι πιο άκυρο. Κι ότι θα ‘πρεπε να είμαι αλλού, με άλλο πρόσωπο και να περνάω καλύτερα. Δηλαδή, αντί να κάθομαι να το παίζω ένας από τους γέρους του Muppet show και να παραπονιέμαι και να ρίχνω ευθύνες αλλού, να σηκώσω το γαμίδι το τηλέφωνο, να πάρω ένα συγκεκριμένο νούμερο και σε 15λεπτά να διακτινιστώ στην άλλη άκρη της Αθήνας και να δώσω μια ευκαιρία στον εαυτό μου να αποδείξει πως όλα όσα έλεγα επί 3 ώρες είναι μεγάλες παπαριές, γιατί και οι σωστές ευκαιρίες μου δόθηκαν, και τα σωστά άτομα γνώρισα και λίγο πολύ όλοι είχανε potential να εξελιχθούν σε long term συντρόφους, απλά εγώ επέλεγα τόσο καιρό να κάνω την κινέζα.
Δεν ξέρω τι κάνει κλικ στον κάθε άνθρωπο, τι είναι αυτό που του γυρίζει τα μυαλά και τον κάνει ξαφνικά να βλέπει τα πράγματα αλλιώς, από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά για εμένα εκείνη η απειροελάχιστη στιγμή ήταν η η μεγαλύτερη σφαλιάρα που έδωσα στον εαυτό μου τα τελευταία χρόνια. Και να πω ότι δεν είχα κάνει αντίστοιχες κουβέντες με όλες τις κολλητές μου; Τόσα χρόνια τα ίδια και τα ίδια αναμασάμε όλες, έχαμε καταντήσει γραφικές να μοιρολογάμε και να διυλίζουμε τον κώνωπα. Απορώ πως δεν έχουμε λύσει το μεσανατολικό και το κυπριακό με τις ατελείωτες αναλύσεις επί των σχέσεων. Κι, όμως, έπρεπε να γίνει κι αυτή η εκατομυριαστή συζήτηση, την τυχαία μέρα και ώρα, με έναν φίλο που βγήκαμε στο άσχετο για να πάρει ξανά μπρος η μηχανή, που ομολογουμένως ήταν σε ένα περίεργο λήθαργο. Κι ομολογώ πως και μπρος πήρε και αστραπιαία φόρα και τα πράγματα ήρθανε από μόνα τους στα ίσα. Και μπορεί να μην πήρα επιτόπου εκείνο το τηλέφωνο στην άλλη άκρη της Αττικής, έθεσα, όμως, σε κίνηση το σωστότερο πλάνο της ζωής μου και hopefully (θεού θέλοντος, καιρού επιτρέποντος) όλα θα είναι πολύ διαφορετικά στο εξής. Φιλιά

 

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Ευχαριστώ σας!

Καθώς έγραφα την τελευταία παράγραφο της προηγούμενης ανάρτησης, ασυναίσθητα μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να εκφράσω ευχαριστίες για όλους όσους μου φέρθηκαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτό το καλοκαίρι, για όσους με κανάκεψαν, με κακόμαθαν, με φίλεψαν, με φιλοξένησαν, με αγκάλιασαν, μου κάνανε δώρα κι εκπλήξεις, που νοιάστηκαν για μένα και με περιποιήθηκαν στον υπέρτατο βαθμό. Η αλήθεια, όμως, είναι πως οφείλω να πω "ευχαριστώ" σε εκείνους που όλα αυτά τα έκαναν χρόνια τώρα, γιατί ναι... το ομολογώ, είμαι πολύ τυχερή κι έχω σταθεί δίπλα σε ανθρώπους από τους οποίους εισέπραξα πολλά. Δεν είμαι αχάριστη, αναγνωρίζω με ταπεινότητα πως στη ζωή μου συνάντησα μερικούς από τους πιο ευγενείς ανθρώπους, τόσο στην ψυχή όσο και στην ανατροφή.  Ανάμεσα στους φίλους  και τους γνωστούς μου συγκαταλέγονται οι πιο γενναιόδωροι και δοτικοί άνθρωποι, τόσο στα αισθήματα όσο και στα υλικά αγαθά. Δεν αμφισβήτησα ποτέ τα κίνητρα της προσφοράς τους, θεώρησα δεδομένη την ανιδιοτέλεια και περιττή την οποιαδήποτε υστεροβουλία εκ μέρους τους.
Σε ποιον άλλωστε δεν αρέσει να του κάνουν δώρα, να τον καλομαθαίνουν, να τον κάνουν να αισθάνεται ξεχωριστός; Απλά, αυτοί που έχουν και το χάρισμα να δίνουν πέρα από το να δέχονται είναι για μένα "μεγάλοι". Και δεν αναφέρομαι μόνο σε άνδρες, που λίγο πολύ υπάρχει μια ηλίθια κοινωνική καταπίεση να είναι "χορηγοί" και "ιππότες". Ίσα ίσα, οι περισσότερες στις οποίες αισθάνομαι υποχρέωση κι ευγνωμοσύνη είναι γυναίκες, είναι φίλες, είναι μητέρες φίλων. Από τη μαμά της κολλητής μου, που χρόνια κάθεται και ακούει τα παραληρήματα μας για τα γκομενικά και μας συμβουλεύει, στη μαμά άλλης φίλης που με θυμάται κάθε φορά που μαγειρεύει τα αγαπημένα μου φαγητά και μου στέλνει με το ταπεράκι. Από τη φιλενάδα που δεν προλαβαίνω να εκφράσω επιθυμία να αγοράσω κάτι και την επόμενη μέρα το βρίσκω μέσα σε σακουλίτσα πάνω στο γραφείο μου, στην αδερφούλα μου που μου περιποιείται τα άκρα εδώ και τρία χρόνια χωρίς να δέχεται να πάρει χρήματα. Από τη φίλη που θα με αφήσει να πάρω την ξαπλώστρα με την καλύτερη σκιά, θα μου δώσει τη μεγαλύτερη μερίδα στο γλυκό, θα προτείνει να κάνω πρώτη μπάνιο στο δωμάτιο στις διακοπές (κι ας καταναλώσω όλο το ζεστό νερό), στη φίλη που θα με μαζέψει από το μπαρ και τα ξενύχτια, θα οδηγήσει το αμάξι μου μέχρι το σπίτι, θα με ανεβάσει πάνω, θα μου φτιάξει καφέ και θα μείνει μέχρι να με πάρει ο ύπνος.
Κακά τα ψέματα, όμως, οφείλω πολλά και σε φίλους, που ο καθένας για τους δικούς του λόγους κι ορμώμενος από διάφορα προσωπικά ερεθίσματα μου έδειξαν ενδιαφέρον, αγάπη, λατρεία. Κι αν έχω παραλάβει άπειρες (πολύχρωμες κι ευωδιαστές) ανθοδέσμες σε γιορτές και γενέθλια, κι αν έχω λάβει δώρα χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη αφορμή, κι αν μου έχουν κάνει τις πιο παράξενες εκπλήξεις. Η λίστα θα ήταν ατέρμονη με ευχαριστίες για δείπνα σε gourmet εστιατόρια, για εκδρομές με μηχανές, φουσκωτά, jeep, για extreme δραστηριότητες στα βουνά, τα ποτάμια, τα λαγκάδια, για εξόδους σε λαμπερές παραστάσεις ή δημοφιλείς συναυλίες, για κεράσματα στα μπαρ, για πανέρια με γαρύφαλλα στα μπουζούκια αλλά και για πιο απλά πράγματα όπως το να σου αφιερώνουν τραγούδια στο ραδιόφωνο, να σου συστήνουν τον οικογενειακό τους γιατρό, τον τραπεζίτη τους ή ένα καλό μάστορα για τα μερεμέτια στο σπίτι, να σου γράφουν dvd με τις αγαπημένες σου σειρές, να σε παίρνουν τηλέφωνο να σε ξυπνήσουν γιατί είσαι υπναρού και δυσκολεύεσαι να σηκωθείς να πας για δουλειά.
Τελικά, ήμουν και είμαι ακόμα (κι ευελπιστώ να παραμείνω) προνομιούχα στις εκδηλώσεις αγάπης. Χρωστάω πολλά σε όλους και όλες και τις περισσότερες φορές ενώ ξέρω πως δε ζητάει κανείς σας τίποτα σε αντάλλαγμα αισθάνομαι την υποχρέωση να εξιλεωθώ, να αντιπαρέρθω, να ανταποδώσω. Με τον τρόπο μου και στο βαθμό που αντέχει η τσέπη μου αλλά πάντα με την ένταση που χτυπάει η καρδιά μου επιφυλάσσομαι. Γιατί ακόμα και το μικροσκοπικότερο ψήγμα γενναιοδωρίας που εισέπραξα έχει καταχωρηθεί, έχει αναγνωριστεί κι έχει επεξεργαστεί αναλόγως. Αλλά, θα ήμουν κι υποκρίτρια να σας ζητήσω να σταματήσετε να κάνετε αυτό που ξέρετε να κάνετε καλά... Να είστε εκεί. Να είστε καλά. Να περνάτε ακόμα καλύτερα. Να περνάμε μαζί φοβερά. Σας αγαπώ!

Τετάρτη 24 Αυγούστου 2011

Summer overdose

ΟΚ, ένας μήνας απουσίας, κάτι οι διακοπές, κάτι η πολλή η ζέστη και η βαρεμάρα, κάτι ότι το laptop έκαψε φλάτζα (μαζί με το τίμιο ματίζ) ... δεν ήθελε και πολύ για να παραμελήσω το αγαπημένο μου σπορ και να επιδοθώ σε άλλες ασχολίες. Μου έλειψε η αλήθεια να λέγεται, ειδικά σε κάτι στιγμές που ένιωθα το δημιουργικό οίστρο να με πλημμυρίζει ή σε κάτι φάσεις που ήμουν έτοιμη να κόψω φλέβες από την τόση ηρεμία, αλλά αν σκεφτεί κανείς πως από τις 29 Ιουλίου είμαι σχεδόν 24/7 με παρέα, ο χρόνος που μου απέμενε για να αποτυπώσω ολοκληρωμένα και γλαφυρά τις σκέψεις μου και τις εμπειρίες μου ήταν περιορισμένος. Τις πρώτες μέρες δε με ένοιαζε κιόλας, έλεγα πως είχα τόσα πράγματα να κάνω, που δε βαριέσαι βρε αδερφέ, θα κρατήσω little notes και θα συντάξω ένα πλήρες κείμενο αργότερα. Μετά την πρώτη εβδομάδα με έπιασε η νοσταλγία, ειδικά όταν δεν είχα αγοράσει και κάνα βιβλίο της προκοπής να διαβάζω στην παραλία κι όταν έβλεπα γύρω μου άλλους να γράφουν στα δικά τους notebooks. Ε, στην πορεία μου έφυγε η κάψα και είπα θα κάνω ένα (και καλό) συγκεντρωτικό post κι από Σεπτέμβριο θα πιάσω σοβαρά δουλειά  στο γράψιμο.
Πάντως κι άνευ ιστολογίου, πέρασα καλά. Πέρασα ένα γεμάτο, γαμάτο καλοκαίρι. Που και αυτή τη χρονιά (πώς το 'παθα) ξεκίνησε καλά από την πρώτη μέρα της άδειας μου, παρά το ότι χρειάστηκε την ημέρα των γενεθλίων μου να ταξιδέψω μόνη μου για το νησί. Το μενού περιελάμβανε ποικιλία από νησιά, χωριά, ράχες, βουνά, εκδρομές. περιπέτειες. μπιτσόμπαρα, αιώρες, chaise longue, κοκτέηλ όλων των ειδών, σφηνάκια, βασιλικά πρωινά, πορτοκαλόπιτες, καφέδες καραβίσιους, ψημμένες ρακές, πασάλειμα με coppertone & hei poa με άρωμα καρύδας, μασάζ στην παραλία, survivor καταστάσεις εν πλω με τον θρυλικό Σκοπελίτη, bbq, μπυρόνια, φάση - καφάσι, souvenir shopping, εκκλησίες, μοναστήρια, baby sitting, παιδιά, γατιά, σκυλιά, πουλιά, ποντίκια, επιτραπέζια, φαγητά γκουρμέ, σουβλάκια με το κιλό, καλαμπόκια να φάνε και οι κότες, κάστρα, παράγκες, ομπρέλες, σκηνές, μηχανές, ποδήλατα, σαμπρέλες, στρώματα θαλάσης, μπρατσάκια, κουβαδάκια, croc's, havaianas, καπέλα πάναμα, σαλβάρια, κολιέ, flower power, manicure & hair styling on the beach, αποκλειστικά Ρέμος-Βέρτης-Βίσση-Μαρινέλλα στο ελληνικό ρεπερτόριο, (θαλασσο)Lykke Li, In my bedroom και black and yellow στο ξένο να εναλλάσσονται στο ipod και το ραδιοκασσετόφωνο, σήμα καμπάνα στου διαόλου στη Γραμβούσα και ανυπαρξία σήματος στον Πύργο Ηλιείας, whatsapp, check-ins και πολύ γέλιο. Και μια μέλισα τον Αύγουστο, να με τσιμπήσει για να δέσει πανηγυρικά το γλυκό.
Overdose από good time λέγεται αυτό που έζησα κι ειλικρινά εύχομαι σε όλους να περάσατε ανάλογα. Για πολλοστή φορά επαληθεύτηκε η ρήση πως όταν έχεις καλή παρέα περνάς παντού καλά, ακόμα κι όταν όλα δεν πάνε και τόσο ρόδινα, γιατί εντάξει, είχαμε και τις αναποδιές μας, είχαμε και κάποιες ταλαιπωρίες, αλλά η διάθεση μας ήταν πάντα στα ύψη και η όρεξη μας (κυριολεκτικά και μεταφορικά) αμείωτη.  Ακόμα και ύπνο χόρτασα, γιατί ήταν τόσο πολυ-πολιτισμικές οι φετινές διακοπές που κατάφερα να κάνω λίγο απ' όλα, να τα ΄"μοντάρω" όλα σωστά και να μπορώ να απαντώ σε όλους πως όλα ΚΟΜΠΛΕ. Ένα τεράστιο ευχαριστώ στις 4 partners in crime, ένα μικρό "επιφυλάσσομαι" σε όσους δεν κατάφερα να συναντήσω ενώ το είχα υποσχεθεί (αλλά πώς να γίνω Τιραμόλα...), ένα γλυκό "κουράγιο" στην αγαπημένη μου κουμπάρα/κολλητή/μανούλα, ένα αει σιχτήρ στους κομπλεξικούς, μια βαθιά υπόκκλιση to those who indulged me, ένα ταπεινό respect σε αυτούς που με καθήλωσαν με το attitude τους και μια μεγάλη αγκαλιά σε όσους με φιλοξένησαν, με τάισαν, με πότισαν και με περιθάλψανε αυτόν τον ένα μήνα. Χωρίς εσάς, το καλοκαίρι απλά δε θα ήταν το ίδιο. Χωρίς εσάς, απλά δε θα ήταν καλοκαίρι. Σας αγαπώ. Φιλιά.

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2011

Easy rider



Βόλτα με μηχανές... οι περισσότεροι έχουμε την εικόνα του Peter Fonda να καβαλάει αγέρωχος τη harley και παρέα με τον Dennis Hopper να γυρίζουν τις νότιες πολιτείες και να ζούνε την απόλυτη ελευθερία. ΟΚ, η φαντασία σταματά εδώ και μεταφερόμαστε στην ελληνική πραγματικότητα που βόλτα με τις μηχανές ισούται με "καβάλα το παπί, φόρα το κράνος στον αγκώνα και βουρ για Βουλιαγμένη. Δηλαδή, πόσο μα πόσο εκνευρίζομαι όταν βλέπω κόσμο πάνω σε μηχανή χωρίς κράνος... Βέβαια, έχω κουραστεί να τους μουτζώνω, οπότε πλέον απλά κουνάω συγκαταβατικά το κεφάλι μου κι εύχομαι να μη φάνε καμιά μέρα το δικό τους. Σίγουρα υπάρχουν κι οι ευσυνείδητοι, που όχι μόνο φροντίζουν για την ασφάλεια τους κι αυτή των συνεπιβατών τους αλλά και παίρνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα (full gear) ακόμα και για να πάνε μέχρι το περίπτερο (λέμε τώρα). Είναι λίγοι, όμως, και συνήθως είναι αυτοί που διαθέτουν μηχανές μεγαλύτερου κυβισμού, που ενδεχομένως δεν τις χρησιμοποιούν μόνο και μόνο για να γλιτώσουν την κίνηση, αλλά έχουν μεγάλη καύλα με τα δίτροχα, τους αρέσει η ταχύτητα, η περιπέτεια, η αδρεναλίνη. Αυτούς τους riders, συνετούς μεν, τρελλούς δε, τους θαυμάζω και τους σέβομαι.
Να είμαι ειλικρινής, δεν είχα ποτέ boyfriend με μηχανή και ίσως γι'αυτό και μέσα στο μυαλό μου έχω διογκώσει τον ενθουσιασμό  και τη λαχτάρα να ανεβαίνω σε μοτοσυκλέτα.  Η μία κολλητή μου οδηγούσε από παιδί scooter και κάναμε τις κλασσικές εφηβικές βλακείες στο εξοχικό της στην Αίγινα, που ούτε αστυνόμευση υπάρχει, ούτε οι γονείς να μας ελέγχουν. Μια φορά μάλιστα καταφέραμε να νοικιάσουμε και στη Σαντορίνη ένα ξεχαρβαλωμένο παπί, χωρίς δίπλωμα φυσικά και να ζήσουμε το απόλυτο όνειρο των πρώτων girl power διακοπών χωρίς επίβλεψη και με πλήρη άγνοια των κινδύνων. Έκτοτε, οι φορές που ανέβηκα σε μηχανή μετριούνται στα δάχτυλα. Τις περισσότερες φορές ήταν για κάποια βιαστική μετάβαση από ένα σημείο στο άλλο, όπως ας πούμε από το γραφείο στο σπίτι γιατί είχα ξεχάσει το τηλέφωνο ή στην Πάρο για να πεταχτούμε μέχρι το φούρνο να πάρουμε τυρόπιτες, διάρκεια διαδρομής που δεν ξεπερνούσε τα 10 λεπτά max. Στις διακοπές γενικά πάντα νοίκιαζα ή έπαιρνα το δικό μου αμάξι, οπότε ούτε το κίνητρο να διευκολυνθούμε στο να νοικιάσουμε scooter ήταν αρκετό για να με κάνει να αποκτήσω εγώ η ίδια δίπλωμα μηχανής.
Τις προάλλες, λοιπόν, μου δόθηκε η ευκαιρία να ζήσω εμπειρία μηχανόβιου, καθώς ένας φίλος προθυμοποιήθηκε να με πάρει συνεπιβάτη στην εκδρομή μέχρι το Πόρτο Γερμενό. Είμαι σίγουρη πως κάποιο γελάνε από μέσα τους, σκεπτόμενοι σιγά την απόσταση και σιγά το γεγονός.  Πρέπει λοιπόν να προσθέσω πως ο φίλος είναι οδηγός αγώνων και τρελλαμένος με την ταχύτητα, οι μηχανές για αυτόν είναι τρόπος ζωής, όχι εξυπηρέτηση. Συνεπώς, η βόλτα δε θα ήτο απλά μια μετάβαση, αλλά μια mini εμπειρία από γκάζια, στροφιλίκια και πάντες. Κι έτσι ακριβώς αποδείχτηκε, παρά τη ζέστη, παρά του ότι φορούσα δερμάτινο jacket μέσα στο κατακαλόκαιρο και δερμάτινα γάντια και παντελόνι με κλειστά παπούτσια (πόσο μα πόσο μου θύμισε Carrie & Berger αυτή η φάση, που ο τύπος την πήγε σε πρεμιέρα με τη μηχανή κι η άλλη του είχε σκάσει με το δωδεκάποντο manolo και το έξωμο φόρεμα) κι ένα κράνος λίγο μεγάλο για το κεφάλι μου. Efoulini hit the highway. Τέρμα τα γκάζια στη Αττική Οδό, προσπεράσεις και στροφίδια στον επαρχιακό δρόμο, ο λίβας να καίει, η άσφαλτος να βράζει και τα μυαλά στα κάγκελα. Boooooooorn to be wiiiiiiiiiiiiiiild.
To αστείο φυσικά είναι πως ενώ η όλη φάση είναι χιλιόμετρα μακριά από το lifestyle μου και γενικά οι πιθανότητες να το εντάξω στη ρουτίνα μου είναι μάλλον μηδαμινές, μου άρεσε τόσο πολύ, δε φοβήθηκα καθόλου (unlike άλλες γυναίκες επιβάτες όπως μου επεσήμανε ο φίλος) και ήθελα κι άλλο από το δευτερόλεπτο που ξεκαβάλησα. Μέσα σε μια εβδομάδα ξανανέβηκα σε μεγαλύτερη μηχανή, σε μια κατακόκκινη ducati και πήγα μέχρι τη Χαλκίδα, με μέση ταχύτητα τα 230klm/h (νορμάλ, αν αναλογιστείς πως το συγκεκριμένο μοντέλο πιάνει τελική τα 285Klm/h) με την αδρεναλίνη να χτυπάει tilt και την ενδόμυχη επιθυμία να μην τελειώσει η βόλτα. Σαν παιδάκι στο τρενάκι του roller coaster, με τη διαφορά ότι δεν μπορούσα να σηκώσω τα χέρια και να ουρλιάζω. Την επόμενη μέρα τα περιέγραφα στις φίλες μου και οι μισές με κορόϊδευαν γιατί έχουν γκόμενους με μηχανές και είναι ήδη πιο έμπειρες αναβάτριες από μένα, ενώ οι πιο συντηρητικές παραδέχονταν πως είναι μεγάλο asset να έχει ο άλλος μηχανή, αλλά ωστόσο θέλει προσοχή και σύνεση στην οδήγηση. Όπως και να'χει, είναι κόλλημα και γουστάρω. Μου πέρασε από το μυαλό η σκέψη να δώσω για δίπλωμα, αλλά λέω να αφήσω στους ειδικούς να αναλάβουν το οδηγικό κομμάτι κι εγώ απλά να απολαμβάνω τις επιταχύνσεις, όποτε και αν μου ξαναδοθεί η ευκαιρία. Φιλιά.

Τρίτη 19 Ιουλίου 2011

Twits

Διάβασα την Κυριακή στο ένθετο της εφημερίδας ένα άρθρο για τις twits (teenage women in their thirties) και κυριολεκτικά έπιασα τον εαυτό μου να ταυτίζεται με το προφίλ της γυναίκας που περιέγραφε. Don't get me wrong, δε διατείνομαι πως είναι να κομπάζεις με αυτή την κατάσταση ή πως πρέπει να κάνουμε φιέστα επειδή υπάρχουν κι άλλες εκεί έξω που σκέφτονται σαν κι εμένα. Αλλά, ήταν τουλάχιστον παρήγορο πως και οι υπόλοιπες της παρέας κούνησαν το κεφάλι συγκαταβατικά όταν τους διάβασα αποσπάσματα από το κείμενο. Και στη τελική, ο κύκλος μου απαρτίζεται από πάρα μα πάρα πολλές twits. (Βέβαια, ο όρος μπορεί να μην είναι και τόσο λιμπιστερός όσο το ακρωνύμιο milf, αλλά για κάποιο λόγο προαισθάνομαι πως όλες οι twits έχουν το potential να γίνουν μίλφες). Όπως και να'χει, το φαινόμενο είναι παγκόσμιο κι αποτελεί σημείο των καιρών μας.
Να το θέσουμε λαϊκά κι ελληνικά, οι twits είναι τριαντάρες που αρνούνται να συμβιβαστούν με την ιδέα ότι μεγαλώνουν, διεκδικούν τα ίδια προνόμια που χαίρονταν όταν ήταν έφηβες, είναι γεμάτες ενέργεια και όρεξη για ζωή, έτοιμες για περιπέτειες, αποδεσμευμένες από ταμπού και κοινωνικές πιέσεις.  Μετακυλούν το ραντεβού με τη μητρότητα για όσο το δυνατόν αργότερα και έχουν προτεραιότητα στη ζωή την οικονομική τους ανεξαρτησία, την επαγγελματική αναρρίχηση, την ελευθερία κινήσεων στις διαπροσωπικές σχέσεις. Γυμνάζονται, έχουν ψαγμένα χόμπυ, κάνουν διαλογισμό, ατέρμονο shopping, ανελέητο nightlife και είναι πάντα ακούραστες. Το motto τους είναι girls just wanna have fun και μοιάζουν να έχουν έτοιμο το αντίδοτο στα αγοράκια που παίζουν pro (και δεν έχουν χρόνο για το μωρό). Φοράνε t-shirts που έχουν στάμπα τη hello kitty, εμμένουν στο ίδια αξεσουάρ που μόστραραν όταν πήγαιναν σχολείο (allstar, rayban, πλεξούδα στο μαλλί, χιλιάδες βραχιολάκια στον καρπό) και ο παλιμπαιδισμός (και η εφηβική αύρα που αποπνέει) πάει σύννεφο.  
Τώρα, βέβαια να λέμε και του στραβού το δίκιο, αυτό το φαινόμενο έχει τις προοπτικές να καταντήσει μάστιγα. Να αρχίσουν όλες οι -άρες σιγά σιγά να μπεμπεκίζουν, να φοράνε ροζ και γκλίτερ και να επιθυμούν διακαώς να μείνουν εμφανισιακά νέες με όποιο κόστος, βλέπε bottox, επεμβάσεις, προσθετικές. Όχι, ότι δεν τις συναντάμε ήδη, αλλά δεν ξέρω εγώ μάλλον θα εκνευριζόμουν αν η πενηντάρα μάνα μου άρχιζε ξαφνικά να μου το παίζει τζόβενο, να ανεβαίνει σαν την κόρη της πάνω σε ducati, να ροκάρει σε συναυλίες, να τα σπάει σε μπουζούκια μέχρι τις 07.00, να γκομενίζει, να μου φοράει hoodies από το abercrombie και να whatsapάρει από το αϊφόνι της. (you are so not getting an iPhone for your nameday, mum). Εύλογα κάποιος θα πει εσύ γιατί ναι κι εκείνη όχι; Επειδή εσύ είσαι 20χρόνια μικρότερη; Το ίδιο απογοητευτικό δεν είναι η τριαντάρα να το παίζει 16χρονη με την πενηντάρα που θέλει να είναι τριανταπεντάρα; Η αλήθεια είναι ότι ενώ τώρα μου φαίνεται άκρως διασκεδαστικό να διάγω έναν κολασμένο βίο και να είμαι ένα well groomed party animal, αναρωτιέμαι αν σε λίγα χρόνια αυτή την εικόνα θα τη σιχαίνομαι και θα την κράζω.
Δε λέω φυσικά και πως το να προσγειωθείς στο μαξιλαράκι της ηλικίας των τριάντα και να υιοθετήσεις τρόπο ζωής και στυλ έτσι όπως φαντάζονται ορισμένοι πως αρμόζει σε αυτή τη γενιά, δηλαδή συμβιβασμός, παντρειά, παιδιά, κυτταρίτιδα, κρέμες νυχτός, ταγιέρ, τηλεκοντρόλ και Κυριακές στην ταβέρνα με άλλα παντρεμένα ζευγάρια (τη ζωή δηλαδή που κάνανε οι thirty something τη δεκαετία του 80) είναι η σωστή αντιμετώπιση. Για όλα πρέπει να υπάρχει ένα μέτρο. Είναι πολύ σημαντικό το πνεύμα μας να μένει πάντα νέο. Το κορμί, όμως, δεν ακολουθεί πάντα και οι καταχρήσεις στο όνομα της νεότητας και της ξενοιασιάς αργά ή γρήγορα θα επιφέρουν συνέπειες. Ούτε να μείνουμε αιώνια προσκοπάκια ούτε όμως να γίνουμε και συνταξιούχοι με το πατήσουμε κάποια χρονάκια. Λίγο χαλινάρι στις ασυγκράτητες ορμές, λίγη εγκράτεια και η τρέλλα μπορεί να μας συνοδεύει για πάντα, ακόμα κι όταν θα έχουμε γράψει αμέτρητα χιλιόμετρα στο κοντέρ. Κάθε περίοδο της ζωής μας να την περιμένουμε με λαχτάρα και όρεξη να τη ζήσουμε όπως της αρμόζει στην περίσταση. Κάποια στιγμή, η εφηβεία τελειώνει κι αρχίζουν τα ζόρια των ενηλίκων, είναι η φυσική ροή των πραγμάτων. Φιλενάδες, έτοιμες για το επόμενο level, λοιπόν ( κομμένα τα hellokitty, t-shirts με στάμπες από χώρες που ταξιδέψατε για το honeymoon χαχαχα). Φιλιά.

Τρίτη 12 Ιουλίου 2011

Αυτό που θέλουμε

"Και για να έχουμε καλό ερώτημα, εσύ τι θες από τη ζωή σου;"  Ατάκα που την ακούω τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, πλέον. Συνήθως προηγείται και κάποια από τις φράσεις "μάλλον δεν ξέρεις τι σου γίνεται", "τα έχεις χαμένα", "φαίνεσαι μπερδεμένη", "είσαι fucked up". Λες και όλοι αυτοί που σου τα λένε ξέρουν τι τους γίνεται κι έχουν όλα τους τα προβλήματα λυμένα. Δεν ξέρω ποιος είναι πιο pathetic, αλλά εγώ δεν κατηγόρησα ποτέ κάποιον ότι δεν ξέρει πού του πάνε τα τέσσερα επειδή απλά δεν τον γουστάρω και δε θέλω να γκομενίσω μαζί του. Αλλά η κακία βγαίνει εύκολα, προφανώς η προβληματική και η δύστροπη πρέπει να είμαι εγώ. Και κανείς φυσικά να μην κοιτάζει τα δικά του σκατά, τις προσωπικές του αδυναμίες κι ανεπάρκειες. Μόνο να φταίω εγώ. Η καμμένη, όπως έλεγε και πριν κάποια χρόνια ο φίτσουλας.
Ε, λοιπόν, επειδή εγώ όμως έκατσα πολύ καιρό μόνη μου κι έκανα ταμείο και την αυτοκριτική μου, δεν ενέδωσα σε ανασφάλειες, ούτε σε φοβίες και κοινωνικές πιέσεις, δηλώνω πως είμαι μια χαρά. Τα έχω τετρακόσια και ξέρω πολύ καλά και τι μου γίνεται αλλά και τι γίνεται εκεί έξω. Και τη σαπίλα την εντοπίζω από τα πρώτα δέκα λεπτά που συνομιλώ με κάποιον και τη μαλακία τη μυρίζομαι από μακριά και παίρνω δρόμο. Α και στην ηλίθια ερώτηση του τι ζητάω από τη ζωή μου την απάντηση την έχω εύκαιρη. Δε ζητάω τίποτα παραπάνω από αυτό που δικαιούμαι: σεβασμό κι αξιοπρέπεια. Μα, αυτές οι δύο λέξεις είναι κομματάκι βαριές να τις κάνει process o κάθε επηρμένος κακομοίρης, που η μανούλα του κι ο πατερούλης τον μάθανε πως είναι το κέντρο του κόσμου και ότι όλοι  γύρω του είναι υπήκοοι και πρέπει να στέκονται σούζα και να ανταποκρίνονται στην κάθε του ανάγκη, όποτε κι όπου του καυλώσει του μάγκα. Δεν τον μάθανε ποτέ τι σημαίνει σεβασμός, ούτε για τις γυναίκες, ούτε για τους φίλους, ούτε για συναδέλφους, ούτε για το συνάνθρωπο. Εγώ, λοιπόν, αυτό διεκδικώ, κι αν αντιληφθώ ότι δεν μπορώ να το εισπράξω, πολύ απλά παίρνω το καπελάκι μου και αλέκος.
Δε ζήτησα από κανέναν πράγματα που δεν μπορεί ή δε θέλει να δώσει. Δε ζήτησα εξασφάλιση, δε ζήτησα χορηγίες. Δε ζητιάνεψα χάδια, στοργή, αγκαλιές, έρωτα. Δεν απαίτησα τυφλή αφοσίωση, πίστη, ενασχόληση, εμμονή. Δε με ενδιαφέρει να με έχει ο άλλος κορώνα στο κεφάλι του, δε θέλω να με υπηρετεί, να με εξυπηρετεί, να με προσκυνάει. Δεν έβαλα το όπλο στο κρόταφο κανενός να συμπεριφερθεί διαφορετικά απ΄ ό,τι αισθάνεται. Περίμενα, ωστόσο κι ακόμα περιμένω, τα αυτονόητα. Τα πιο απλά πράγματα στη ζωή όμως είναι και τα πιο δύσκολα. Γιατί το να αγαπάς ανιδιοτελώς, να είσαι ειλικρινής και να σέβεσαι τον άλλον είναι μάλλον ανήκουστα στην εντελώς αποχαυνωμένη κοινωνία που ζούμε. Ο καθένας για την πάρτη του και το μουνί του. (Τουλάχιστον, να έχουμε το θάρρος να παραδεχόμαστε όμως ότι είμαστε πουτάνες όταν μας ενδιαφέρει μόνο να περάσουμε καλά.)
Καλώς ή κακώς, όσο ξεδιάντροπο κι ακούγεται, έχω λυμένα τα βιοτικά μου προβλήματα. Δε θα απολογηθώ γι' αυτό. Όποιος έχει θέμα, ας κάνει κάτι με τη ζωή του, δεν του φταίω εγώ επειδή έχει κόμπλεξ κατωτερότητας, δεν του το δημιούργησα ούτε φυσικά προσπάθησα να του το αμβλύνω. Όποιος αισθάνεται "λίγος", ας κάνει την αυτοκριτική του, δεν υπάρχει λόγος να προσπαθεί να με μειώσει με κάθε μέσο για να αισθανθεί καλύτερα. Δεν έκρινα κανέναν ούτε για τις σπουδές του, ούτε για την καταγωγή του, ούτε για την οικονομική ή κοινωνική του κατάσταση. Εγώ είμαι αυτή που είμαι κι εσύ είσαι αυτός που είσαι και το ζητούμενο είναι αν μπορούμε να κάνουμε χωριό με αυτά τα εφόδια (ή κουσούρια, ανάλογα πώς το βλέπει κανείς). Όλα τα άλλα είναι ψιλά γράμματα κι αν ασχολείται ο άλλος με τέτοιες μικρότητες, τότε δικαιωματικά είναι "λίγος". Εμένα με αφήνουν παγερά αδιάφορη, επειδή ακριβώς τα έχω λυμένα, έχω προχωρήσει και είμαι σε άλλο επίπεδο αναζήτησης.
Παρόλ' αυτά, μια μικρή τόση δα ενδόμυχη επιθυμία την έχω... Ουτοπικό μεν, αδιαπραγμάτευτο δε. Θέλω να γουστάρω και να με γουστάρουν. Συμβιβασμοί και second best απλά δεν παίζει. Γιατί από εκεί κι έπειτα ανοίγει το κουτί της Πανδώρας και ξεπετάγονται όλα τα υπόλοιπα κακά. Αν δε σε γουστάρει, δε σ'εκτιμά. Αν δε σ'εκτιμά, δε σε σέβεται. Αν δε σέβεται, σε προσβάλει. Αν σε προσβάλει, σε πληγώνει. Κι όταν πληγώνεσαι, είσαι δυστυχισμένος. Αν κάτι έμαθα όλο το διάστημα που είμαι μόνη μου είναι πως στη μοναξιά δεν είσαι δυστυχισμένος. Νομίζεις πως είσαι δυστυχής, είσαι, όμως, τελικά πιο γεμάτος και πιο χαρούμενος απ'όλους. Γιατί είσαι ελεύθερος, έχεις την αξιοπρέπεια σου και δεν τρώγεσαι με τα ρούχα σου. Σίγουρα έχω κουραστεί να είμαι εργένισα, σίγουρα έχω βαρεθεί να με ρωτάνε πότε επιτέλους θα βρω τον mr big μου, σίγουρα έχω αηδιάσει με τον ρατσισμό απέναντι στους singles (ειδικά προς τις γυναίκες) και να θεωρούν πως εγώ είμαι η δύσκολη και η σπαστικιά (άρα και εύλογα μόνη). Από την άλλη, έχω ακέραιη την πνευματική μου ηρεμία και κοιμάμαι ήσυχη τα βράδυα. Δεν έχω σκοπό βέβαια και να αγιάσω, αυτά τα παπαριλίκια τα αφήνω για τους ηθικολόγους και τους χρηστοήθεις. Τη ζωούλα μου θα την κάνω μια χαρά, θα περάσω καλά για την πάρτη μου, φτάνει να μη θίγω κανέναν και να μην κάνω αυτά που δε θέλω να μου κάνουν. Και κάποια στιγμή αυτό που ψάχνω θα το βρω, ή θα με βρει. Φιλιά.

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2011

Σταμούτρασου

Έχω καταντήσει (ή μπορεί να ήμουν κι ανέκαθεν) πολύ ωμή και κυνική, αλλά τουλάχιστον έχω τη συνείδηση μου ήσυχη. Λέω στα μούτρα του άλλου αυτό που πιστεύω και δεν προσπαθώ ούτε στο ελάχιστο πλέον να είμαι διπλωμάτης. Ίσως γιατί έχοντας δοκιμάσει να κερδίσω έναν άνθρωπο χρησιμοποιώντας κάθε δυνατό τρόπο, την ειλικρίνεια, το σεβασμό, την επιμονή, την υπομονή, την πουτανιά, το νάζι, την τρέλα, την αδιαφορία μέχρι και την κακία και παίρνοντας πάραυτα περίτρανα κι ασάλιωτα τον πούλο, κατέληξα στο συμπέρασμα πως σαν Έφη έκλεισα με τις "τακτικές". θα τα λέω από την αρχή και θα εξηγώ πώς έχουν τα πράγματα και θα αφήνω τον άλλον να το διαχειριστεί, και ή να παίξει μπάλα ή να πάρει δρόμο, να αραιώνουμε σιγά σιγά και να βρίσκει ο καθένας το δρόμο του. Δεν έχω άλλες αντοχές να προσπαθώ να φανώ κάπως, έχω κουραστεί να δίνω ευκαρίες και δεν έχω καμία διάθεση απολύτως για εκπτώσεις. Τα πράγματα φιλαράκο μου είναι έτσι, γουστάρεις να με παίξεις στην ομάδα σου; Ναι; Έχει καλώς. Όχι; Άντε στα τσακίδια και παράτα μας.
Το θέμα φυσικά είναι ότι σε κανένα δεν αρέσει από το καλημέρα να του λένε έτσι είναι κι άμα σου αρέσει. Οι περισσότεροι βουρλίζονται και από αντίδραση και μόνο κάνουν κάτι εντελώς σπασμωδικές κινήσεις που φτάνουν μέχρι και να θέλουν να σε ξεφτιλίσουν. Γιατί, όμως, δεν καταλαβαίνω;  Προτιμούν την κοροϊδία, το χάιδεμα των αυτιών, το δούλεμα γιατί είναι πιο ήπιο ή γιατί τρέφουν ελπίδες πως μπορούν να γείρουν την πλάστιγγα, παρά τις ενδείξεις εναντίον τους; Κι όμως, επιμένω πως παρά το σοκ της πρώτης εντύπωσης, το να είναι ο άλλος ευθύς μαζί σου και να έχει το θάρρος να σε απορρίψει, ή να σου ξεκαθαρίσει αντρίκια και σταράτα πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα, είναι έντιμο και κάποια στιγμή, στο απώτερο μέλλον, όταν θα σκέφτεσαι καθαρά, όταν θα έχεις δει τι σκατά σαπίλα κυκλοφορεί εκεί έξω, θα το εκτιμήσεις. Και τότε, θα εύχεσαι να είχανε όλοι τα αρχίδια να στα πούν έτσι.
Πονάει να είσαι ειλικρινής. Και είναι ένας δρόμος γεμάτος μοναξιά. Γιατί στην πορεία χάνεις πολύ κόσμο από δίπλα σου που απλά δεν αντέχουν και δεν μπορούν να επεξεργαστούν το πόσο άνετα κι απλά ξεστομίζεις αλήθειες, γεγονότα, παρουσιάζεις καταστάσεις de facto. Πληγώνονται όταν συνειδητοποιούν ότι δεν είναι το κέντρο του κόσμου, όταν είναι αναλώσιμοι. Δεν είναι δα και το καλύτερο πράγμα να τρως χυλόπιτα, να σου λένε ότι δεν είσαι αρκετά καλός για αυτό που ψάχνουν, να σε απορρίπτουν με συνοπτικές. Ωστόσο, πονάει ακόμα περισσότερο να πρέπει να είσαι εσύ αυτός που θα σταθεί απέναντι στον άλλον και θα πρέπει να του πεις την αλήθεια. Είναι αβάσταχτο φορτίο, μεγάλη ευθύνη, γι'αυτό κι άλλωστε ο περισσότερος κόσμος δεν το τολμά. Βολεύονται στα μισόλογα, στις υπεκφυγές, στις αοριστίες, στα χλιαρά και τους συμβιβασμούς γιατί είναι μεγάλο ζόρι να πρέπει να αναλάβεις το ρόλο του κακού.
Δε μου αρέσει να χρυσώνω το χάπι κανενός. Έπαψα καιρό να το παίζω γατούλα για να προσεγγίσω κόσμο, να γίνω αρεστή και αποδεκτή. Ίσως να έχω φτάσει και στο άλλο άκρο, να τα παρουσιάζω ακόμα πιο χειρότερα απ'ότι είναι, αλλά μα το θεό, θέλω το βράδυ να κοιμάμαι ήρεμη. Πιο πολύ με αγχώνει να αφήνω περιθώρια παρεξηγήσεων και να χάνονται στη μετάφραση οι προθέσεις μου, να δημιουργούνται αλυσιδωτές αντιδράσεις επειδή δε μίλησα έγκαιρα κι ανοιχτά και να εμπλέκομαι σε φαρσοκωμωδίες επειδή είναι πιο εύκολο να στρουθοκαμηλίζω. Χίλιες φορές προτιμότερο να μου κόψουν την καλημέρα, να με βάλουν black list, να με διαγράψουν, παρά να έχουν απαιτήσεις από μένα που ούτε θα εκπληρώσω ούτε θα καταπιεστώ να σταθώ στο ύψος των δικών τους περιστάσεων. Αυτά είναι τα δεδομένα. Αν δε με αντέχετε, δεν είστε υποχρεωμένοι να με κάνετε παρέα. Το να τα λέω έξω από τα δόντια το κάνω από σεβασμό, όσο κι αν δεν το καταλαβαίνετε. Θα ήμουν σταρχιδίστρια κι ανήθικη αν δεν το έκανα. Άκομψα, μεν, τίμια δε. Φιλιά.

Πέμπτη 30 Ιουνίου 2011

Τουρίστ ντε μερντ

Μάλλον με "πάει" πολύ το θέμα του τουρισμού, δεν εξηγείται αλλιώς το πώς γράφω σχετικά σε τρίτη συνεχόμενη ανάρτηση. Που μα το θεό αυτή τη φορά είναι από αγανάκτηση. Ο λόγος; Αντιμετώπιση και συμπεριφορά Γαλλίδας τουρίστριας προς εμένα κατά τη διάρκεια ταξιδιού από το νησίιιιιιιιι προς Πειραιά. Που δηλαδή έτοιμη ήμουν να ξεχάσω τους τρόπους μου και την ανατροφή μου και να αρχίσω να της μιλάω τα γαλλικά του λιμανιού μπας και συνέλθει η τύπισα και ξαναποκτήσει επαφή με το περιβάλλον, γιατί ντε φάκτο ήταν σε ένα κόσμο διαφορετικό. Να 'φταιγε ο ήλιος που τη βάρεσε κατακούτελα, να 'φταιγαν οι πολλοί οι μπάφοι που κάπνισε στο νησί, να της έκατσε μουχλιασμένη φέτα στη χωριάτικη, δεν ξέρω τι, πάντως ένα χέρι βρωμόξυλο το χρειαζόταν ο μινιόν οργανισμός της για να έρθει στα ίσα της.
Ανεβαίνω η καλή σου στο πλοίο της επιστροφής έχοντας το αριθμημένο εισιτήριο, κατάκοπη και κατα-ιδρωμένη - γιατί ως γνήσια φώκια έτρεχα σαν την παλαβή με δουλειές μέχρι τελευταία στιγμή - θεωρώντας πως η θεσούλα μου θα ήταν εκεί και θα με περιμένει, φευ όμως το πλοίο απέπλευσε μακράν υπεράριθμο και γινόταν της κακομοίρας. Τουρίστες στοιβαγμένοι παντού, τσαρδάκια, καρέκλες του γύφτου και βρώμικες πατούσες όπου έφτανε το βλέμα σου. Φτάνω η δόλια στη θέση μου, έχοντας πατήσει επί πτωμάτων για να τη βρω φυσικά κατειλημμένη από μια 20χρονη Γαλλίδα. Ευγενικά της ζητάω να σηκωθεί για να μου παραχωρήσει τη θέση μου, αλλά δυστυχώς τα οξφορδιανά μου αγγλικά παραήταν τυπικά για την αφεντιά της, η οποία με αγνοεί και συνεχίζει να μιλάει στη διπλανή της.  Δυστυχώς για εκείνη μιλάω και τα λουικενζ γαλλικά, οπότε αυτή το φορά της το ζητάω στη μητρική της. Μου απαντάει: "και τι να κάνω;" Κοινώς είναι μεν η θέση σου, αλλά σε γράφω στα παπάκια μου γιατί είμαι τουρίστας και δεν καταλαβαίνω γιοκ.
Αρχίζουν να δυσανασχετούν και κάτι άλλοι επιβάτες που καταφτάνουν των οποίων οι θέσεις είναι πιασμένες από τις φίλες της εν λόγω κυρίας, κι αρχίζει μια άνευ προηγουμένου μανούρα από τους πιο ηλικιωμένους που έχουν χάσει την υπομονή τους. Εγώ μέχρι εκείνη την ώρα ακόμα ψύχραιμη. Της ζητάω ευγενικά το εισιτήριο να δούμε πού επιτέλους κάθεται εκείνη μπας και χάθηκε κάπου στο δρόμου ή τελοσπάντων δεν ξέρει να διαβάζει σωστά τους αριθμούς. Αφού για κάνα δεκάλεπτο έπαιζε την κολοκυθιά μαζί μας και σημειωτέον ούτε ΚΑΝ έχει κουνηθεί από το κάθισμα, μας δίνει το εισιτήριο της και διαπιστώνουμε πως ούτε αυτή ούτε και καμιά από τίς φίλες της κάθονταν στα συγκεκριμένα καθίσματα, αλλά είδανε φως, μπήκανε εκεί, βολεύτηκαν, είχαν ανοίξει τα back packs τους, είχανε απλώσει την πραμάτια και δεν είχανε καμιά διάθεση νε ξεβολευτούν. Τους ζητούμε να σηκωθούν και τους προτείνουμε να βρούμε λύσεις ούτως ώστε κάποιες από αυτές να κάτσουν δίπλα διπλα σε άλλες θέσεις, φτάνει να υπάρχουν πρόθυμοι άνθρωποι σαν κι εμένα που ήμουν μόνη μου, να μετακινηθώ σε άλλη εξασφαλισμένη θέση.  Ακλόνητη η Γαλλίδα. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Εκεί να μας αγνοεί συστηματικά, να κάνει την κινέζα, να νομίζει ότι με το να μας βρίζει στη γλώσσα της ουδείς την καταλαβαίνει, κούνια που την κούναγε όμως γιατί οι περισσότεροι στην αίθουσα αποδείκτηκαν και γαλλομαθείς αλλά και ιδιαιτέρως εύθικτοι.
Χρειάστηκε, όπως αντιλαμβάνεστε, η επέμβαση του λοστρόμου για να μπει μια τάξη, γιατί αν συνεχιζόταν το βιολί, θα είχαμε του Συντάγματος στη γέφυρα του Bluestar. Ηρθε ο καψερός να τα βάλει με την τύπισα, αλλά όταν η γυναίκα είναι και επιμένει να είναι καριόλα, η κατάσταση είναι apaleftable. ΟΚ, φταίει ο πράκτορας κυρία μου ή το σύστημα κρατήσεων που δεν μπορείτε να κάθεστε δίπλα δίπλα με τις φίλες σας. Κάντε μας τη χάρη, πηγαίνετε στη θέση σας και αν υπάρχουν επιβάτες solo να δούμε αν μπορούμε να σας εξηπηρετήσουμε. Σκασίλα της. Θέλει να μη σηκωθεί από τη θέση (μου). Κυρία μου όμως παρεμποδίζετε τους άλλους επιβάτες. Στο νινί της. Κυρία μου ποια η θέση σας τουλάχιστον να στείλουμε το Εφουλίνι εκεί; Α, ξέχασα να σας πω, κάθονται εκεί οι άλλοι επιβάτες των οποίων τη θέση οικειοποιήθηκαν οι φιλενάδες της. Αμετακίνητο το παχύδερμο και να κάνει ότι δεν καταλαβαίνει και Αγγλικά. Ω ρε γλέντια, λέω μέσα μου, δεν καθόμουν άλλη μια μέρα στο νησί να δω και τα πανηγύρια, που είμαι εδώ πανάθεμα με να διαπληκτίζομαι με το επίπεδο δάπεδο;
Η 20χρονη νεαρά κατάφερε να κάνει ένα ολόκληρο κατάστρωμα πουτάνα, γιατί εντός ολίγου ανακατεύτηκαν περίεργοι, νταήδες, κατίνες, λογιστές, όλος ο κόσμος σε μια Βαβέλ άνευ προηγουμένου, μια φασαρία για το αυτονόητο που ήταν πολύ απλό. Να πάει ο καθένας να κάτσει στη θέση του και στα αυγά του και να φτάσουμε σώοι κι αβλαβείς στον προορισμό μας. Μία ώρα κράτησε η κατάσταση, με μένα να είμαι όρθια και φορτωμένη, με μια οικογένεια με παιδάκια που πραγματικά είχανε ανάγκη να κάθονται μαζί να είναι ο ένας στη δύση κι ο άλλος γονιός στην ανατολή, με κάτι παππούδες να έχουν ενοχληθεί από την οχλαγωγία, μόνο και μόνο επειδή η τουρίστρια από το κωλοχώρι στα Πυρηναία έπαθε overdose από το μανζέ, γκουρμέ, φρουϊ ζελέ αλλά ένα σ'ιλ βου πλε της έπεφτε βαρύ να το προφέρει. Με μισή καρδιά μον ντιε, ξεκουβάλησε μετά από πολύωρη σύσκεψη με τις υπόλοιπες σουφραζέτ, κι αφού μας κρέμασε κάτι μούτρα και μας έλουσε με τα ωραία της γαλλικά. Ε, λοιπόν, αντί να καθόμαστε με τις ώρες να τους υποδεχόμαστε στα λιμάνια και να σκιζόμαστε να τους εξυπηρετήσουμε, κάτι δαύτους πρέπει να τους στέλνουμε στους καταυλισμούς για τους λαθρομετανάστες. Στα τσακίδια και μπον βουαγιάζ, πουτέν ντε μερντ.

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

Τουρίστ Μενιδιάτ



Τι έλεγα τις προάλλες για τις τουριστικές επιχειρήσεις και πώς μπορούν να βελτιωθούν και να προσφέρουν καλύτερες υπηρεσίες στους πελάτες τους; ΟΚ το παίρνω πίσω. Ή μάλλον το παίρνω πίσω με προϋποθέσεις. Γιατί αν οι πελάτες είναι γύφτοι και μπουρτζόβλαχοι καλά τους κάνουν τελικά και τους γδύνουν ή τους σερβίρουν κατεψυγμένες ξαναζεσταμένες μάπες. Εντάξει, χρόνια αναμασάμε το ανέκδοτο που κάθονται τέσσερις τουρίστες σε μια ταβέρνα και παίρνουν μια χωριάτικη στα τέσσερα και νερό, αλλά αν δεν είσαι φίλε μου διατεθειμένος να αφήσεις χρήμα στο νησί, κάνε τουμπεκί ψιλοκομμένο αν το δωμάτιο σου δεν έχει σίτες ή ζεστό νερό. Είπαμε, να προσφέρεις ένα επίπεδο, αλλά να μπορεί κι ο άλλος να το εκτιμάει, όχι να παραπονιέται συνέχεια για το κάθετι και να διεκδικεί να του πάρεις και πίπες, ενώ έχει έρθει με το TUI all inclusive έχοντας πληρώσει ψίχουλα. Δεν ξέρω, είμαι οπαδός του ότι πληρώνεις παίρνεις. Αν στο Costa δε μου παίρνανε πίπες για τα τετρακόσια κάτι που στοίχισε το δωμάτιο τη βραδυά, κι εγώ θα γινόμουν μέγας τραμπούκος και θα τα έσπαγα όλα. Αλλά το να κάνω κόγξες στην κυριούλα που μου νοικιάζει δωμάτιο και στην οποία έκανα τα άπειρα παζάρια να μου το αφήσει 25ευρώ, εντάξει αγγίζει τα όρια της γυφτιάς. Κάτσε σπίτι σου μετά θα σου πει και δικαίως.
Δε θα μιλήσω για τον εγχώριο τουρισμό, που όσο να΄ναι έχουμε λιγάκι συναίσθηση και αυτογνωσία κι αντιλαμβανόμαστε που μας παίρνει να διεκδικούμε καλύτερες παροχές και πού όχι, καθώς καθείς κινείται αναλόγως του βαλαντίου του. Αλλά για αυτό τον κλασσικό μπατιροτουρίστα που έρχεται με πενταροδεκάρες, ξυνίζει τα μούτρα του για το κάθε τι, διεκδικεί εκπτώσεις για τα πάντα, κάνει διαρκώς παράπονα στη ρεσεψιόν, καλεί την αστυνομία, γράφει κατεβάτα από δυσφημιστικά σχόλια στα reviews, που μόνο ξέρει να απαιτεί, αλλά έχει ξεχάσει πως στα Γκράβαρα της χώρας του απ'όπου προέρχεται κάνουν τα ίδια και χειρότερα. Βέβαια, θα μου πεις δεν είναι δικαιολογία πως επειδή έχεις πελάτη τον χειρότερο, πρέπει κι εσύ να είσαι ο χείριστος, αλλά όσο να΄ναι σου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι όταν ακούς παράλογες απαιτήσεις, λες και τα είχε και στο χωριό του και τα ζητάει. Αν είναι διατεθειμένος να τα πληρώσει, καλώς να ζητάει. Αλλιώς ας πάει αλλού αν νομίζει πως μπορεί να βρει καλύτερα.
Κι εντάξει είπαμε, κρίση στην Ελλάδα, οι επιχειρηματίες κάνουν προσφορές, κατεβάζουν τιμές, φτιάχνουν πακέτα, δίνουν το κάτι παραπάνω για να προσελκύσουν κόσμο, αλλά όχι να έρχεται και ο κάθε Ουγκ να μας γαμήσει επειδή μας βρήκε στην ανάγκη. Και κυρίως δε δέχομαι να έρχονται με τουπέ και ύφος χιλίων καρδιναλίων κάτι βλαχάκια από τα Τάρταρα της Βορείου Ευρώπης ή κάτι αγράμματοι από το ανατολικό μπλοκ που κάνουν εμπόριο ναρκωτικών κι έχουν χεστεί στο τάληρο, να θέλουν να μας ρουφήξουν το αίμα, ποιοί αυτού που κάποτε δεν είχανε να βάλουνε δεύτερο βρακί. Για να συνέλθουμε λιγάκι, όλοι. Να διεκδικούμε το δίκιο μας, να απαιτούμε να μας προσφέρεται αυτό το οποίο έχουμε πληρώσει (ή και χρυσο - πληρώσει), να αξιώνουμε σεβασμό και τιμιότητα, αλλά να έχουμε και μια στοιχειώδη επαφή με την πραγματικότητα. Τόσα έδωσες, τόσα θα πάρεις. Απλά και κατανοητά.
Και δε θα αναφερθώ καν στο είδος του τουρίστα που απαντάται σε περιοχές όπως το Φαληράκι, η Χερσόνησος ή η Ζάκυνθος, που πάει με πακέτα all inclusive, και μετά βγαίνει λιάρδα στους δρόμους κι αρχίζει τις αθλιότητες και τους εξευτελισμούς, βανδαλίζοντας περιουσίες και προσβάλλοντας τη δημόσια αιδώ. Έχουμε ανάγκη το χρήμα τους, έχουμε ανάγκη τις επενδύσεις τους, δεν έχουμε όμως πρεμούρα για να μας καταστρέφουν τα μαγαζιά, να μας βρίζουν και να μας διασύρουν. Εντάξει, κατανοώ πως δεν μπορύμε να απευθυνόμαστε μόνο στους κυριλέ συνταξιούχους Αμερικάνους που συντηρούν προορισμούς όπως τη Σαντορίνη και τη Μύκονο, αλλά ενδεχομένως να μπορούμε με κάποιον τρόπο να αποφύγουμε να ξεβρακωνόμαστε για χάρη μερικών μπεκρήδων χούλιγκαν. Όταν εμείς ρε γαμώτο πάμε στις χώρες τους μας αστυνομεύουν για τα πάντα και υπάρχουν νόρμες και κανονισμοί τις οποίες εμείς οι Έλληνες πάνω στην κωλοπιλάλα μας να χαρακτηριστούμε "Ευρωπαίοι" τους ακολουθούμε κατά γράμμα και είμαστε υπόδειγμα επισκέπτη. Αυτοί γιατί όταν έρχονται εδώ δεν καταλαβαίνω γιατί πρέπει να έχουν το απυρόβλητο; Είναι μήπως αγανακτησμένοι και οι μπατιροτουρίστ;

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

Luxurious Tourism

Πριν κάνα μήνα πήγα με εκλεκτή παρέα σε ένα εκλεκτό holiday resort κοντά στην Πύλο και κυριολεκτικά έπαθα την πλάκα μου από το μέρος, την οργάνωση, τη χλιδή, το επίπεδο παρεχόμενων υπηρεσιών. Από την πρώτη στιγμή που πάτησα το πόδι μου στο ξενοδοχείο, επιβεβαιώθηκε η αντίληψη πως στη ζωή ό,τι πληρώνεις παίρνεις αλλά κι επίσης πως όπου έχει πέσει πολύ χρήμα και μεράκι για κάποια επένδυση, το αποτέλεσμα είναι τουλάχιστον καταπληκτικό. Δεν εντυπωσιάζομαι εύκολα με τέτοιες πολυτέλειες, γιατί και έχω ταξιδεψει ανά τον κόσμο και έχω μείνει σε ακριβά ξενοδοχεία και έχω ξεφυλίσσει όλο τον τόμο του Golden List και έχω σερφάρει ατελείωτες ώρες σε ιστοσελίδες σχετικές με εξωτικά ταξίδια, πράγμα που σημαίνει ότι κοντολογοίς τα έχω δει όλα Μπορεί να μην έχω μείνει σε όλα (λεφτά ΔΕΝ υπάρχουν), ξέρω όμως τι να περιμένω. Ομολογώ, όμως, πως στο Costa Navarino τα είδα όλα και τα άκουσα λίγο πιο dolby.
Εντάξει, ο καπετάν Βασίλης πήρε ένα φιλέτο (δηλαδή, συνένωσε τα άπειρα φιλέτα, αποζημιώνοντας, όμως, στο έπακρο τους πωλητές) πάνω σε μία από τις ομορφότερες παραλίες της Πελοπονήσου κι έχτισε ένα αρχιτεκτονικό κόσμημα (disneyland meets elounda meets caribean resorts), έφτιαξε και το αρτιότερο και μεγαλύτερο γήπεδο γκολφ της Μεσογείου κι έδωσε ζωή, δουλειά και περαιτέρω ανάπτυξη στην περιοχή. Οι εργαζόμενοι  αυστηρά Έλληνες και αυστηρά με καταγωγή και τόπο κατοικίας τα πέριξ (Γαργαλιάνοι, Κυπαρισσία, Καλαμάτα κλπ), ευγενικότατοι και με επίπεδο (οι τρεις στους τέσσερις είναι απόφοιτοι σχολών τουριστικών επαγγελμάτων και με μεταπτυχιακές σπουδές). Ήθελε ο μακαρίτης να προωθήσει και να αναπτύξει την πατρίδα του και νομίζω το όλο project αποτελεί την καλύτερη διαφήμιση για την περιοχή. Μόνο συγχατηρητήρια του αξίζουν και από τις συζητήσεις που έκανα με ντόπιους όλοι είναι ευγνώμονες (εν αντιθέσει με άλλες περιπτώσεις που οι ντόπιοι εναντιώνονται στα ξένα επενδυτικά κεφάλαια) και η περίπτωση του costa πρέπει να αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση και για άλλους εφοπλιστές και βιομηχάνους που αναζητούν ιδέες. Αν μη τι άλλο, μετά τη ναυτιλία, ο τουρισμός είναι το μεγαλύτερο έσοδο της χώρας μας, ας το κοιτάξουμε λιγάκι παραπάνω.
Και μια που το έφερε η κουβέντα γενικά γαι τον τουρισμό, πηγαίνοντας τακτικά στο νησί μου και γενικά αντιμετωπίζοντας λογιών λογιών συμπεριφορές από τους Παριανούς επιχειρηματίες, έχω να δώσω μια συμβουλή: οι τουριστικές υπηρεσίες δε θέλουν, παιδιά, πολύ κόπο, θέλουν τρόπο. Δε χάθηκε ο κόσμος ακόμα και εν καιρώ κρίσης να κάνετε μια ανακαίνιση στο χώρο σας, να εκμοντερνιστείτε και να δώσετε έναν αέρα ανανέωσης προσφέροντας κάτι διαφορετικό στον πελάτη. Καλό το air-condition, television, piscine, gazon, manger, gourmet αλλά πήγαινε το κι ένα βήμα παραπέρα. Ταβερνιάρη, προσέφερε στο τέλος κάθε γεύματος ένα πιάτο φρούτα, ένα γλυκό του κουταλιού, ένα σπιτικό λικέρ... δε σου κοστίζει κάτι. Εσύ με την καφετέρια, βάλε ελεύθερο wi  fi να έρθει ο άλλος να αράξει με το i-pad του να διαβάσει την εφημερίδα του αμέριμνος και να σου κάνει κατανάλωση. Ξενοδόχε, κάνε τα ρημάδια τα σουηδικά έπιπλα καυσόξυλα για το χειμώνα και τράβα σε κάνα IKEA να πάρεις κάτι πιο μοντέρνο, λιτό κι αφαιρετικό. Και αφήστε τις αρπαχτές κατά μέρος. Τα πασαλείματα, οι μαϊμουδιές και η κουτοπονηριά δε μας πάνε μπροστά.
Διαβάζω σε εφημερίδες πως φέτος παρά την οικονομική κρίση ο ελληνικός τουρισμός έχει άνοδο, κυρίως γιατί σε ανταγωνιστικά τουριστικά θέρετρα  όπως η Αίγυπτος, η Τυνησία, το Μαρόκο, οι λαϊκές εξεγέρσεις έχουν δημιουργήσει μεγάλη ανησυχία και οι Βορειοευρωπαίοι φοβούνται. Συν τις άλλοις, οι κακές οικονομικές συγκυρίες ευνοούν τις οικογενειακές διακοπές στα ελληνικά νησιά, όπου οι προσφορές δίνουν και παίρνουν. Καιρός ήταν από μια άποψη να προσγειωθούν κάτι επηρμένοι επιχειρηματίες και να προσφέρουν πακέτα σε λογικές τιμές. Περιθώριο για κέρδος υπάρχει ακόμα και δεν είναι ανάγκη να γδύνεις τον τουρίστα ή να του σερβίρεις φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Ακόμα και τα resorts του τύπου που προανέφερα που μπορεί να απευθύνονται σε άλλοι κοινό με μεγαλύτερο προτοφόλι, προσφέρουν πακέτα εβδομαδιαία και δίνουν τη δυνατότητα και στη μεσαία τάξη να κάνει διακοπές λουξ. Το θέμα είναι να γυρίζει το χρήμα και να υπάρχει διάθεση να περιποιηθούν αυτόν που θα έρθει να αφήσει τα ωραία του λεφτάκια. Ο τουρίστας θέλει να τον σέβονται και να του φέρονται σα βασιλιά, και το royal treatment μπορείς να το καταφέρεις ακόμα και με λίγα αλλά ουσιαστικά. Άλλωστε, οι μικρές λεπτομέρειες κάνουν πάντα τη διαφορά. Δεν έχει σημασία αν τα σαμπουανάκια στο μπάνιο είναι Κορρές ή Palmolive, ούτε να έχει παγωμένη σαμπάνια στο δωμάτιο, ακόμα κι ένα μπουκάλι εμφιαλωμένο νερό κι ένα καλάθι φρούτα είναι ένα πολύ θερμό καλωσόρισμα. Η πολυτέλεια έγκειται στο χαμόγελο, την εξυπηρέτηση, την καθαριότητα και την εντιμότητα. Όλα τα άλλα είναι κυριολεκτικά ψιλά γράμματα. Φιλιά.

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2011

Νησάφι με την αγανάκτηση

Προσπαθώ εδώ και δυο βδομάδες να αντισταθώ στον πειρασμό να ξεσπαθώσω εναντίον του κινήματος των αγανακτισμένων, είχα γράψει πάνω από τρία drafts με πράγματα που ήθελα να πω αλλά όσο τα διάβαζα τόσο περισσότερο με απέτρεπαν από το να τα δημοσιεύσω γιατί με αυτή την κίνηση θα τους έδινα και αξία. Αντί αυτού, νομίζω πως έχω πάθει overdose διαβάζοντας κείμενα άλλων bloggers που  βάλλονται κατά των εγκατεστημένων εκεί στο Σύνταγμα, έχω σχολιάσει σχεδόν σε όλους και κατά κάποιο τρόπο τα είπα κάτω από τα posts άλλων και ξεθύμανα. Δε διατείνομαι πως είμαι γνώστης εκ βαθέων της οικονομικής πραγματικότητας που ζει η χώρα μας, η αντίληψη μου φτάνει μέχρι ένα σημείο και μέχρι εκεί μπορώ να έχω άποψη και να την εκφράζω. Με ενοχλεί όμως και με λυπεί που έχουμε πήξει στους ξερόλες, που όλοι ξέρουν τη λύση, όλοι ξέρουν ποιος φταίει και που το μόνο που κατέχουν καλά είναι να απευθύνουν τις κατηγορίες και τις μούτζες προς τη λάθος κατεύθυνση. Μα επιτέλους, είμαι η μόνη που όταν κοιτάζομαι στον καθρέφτη βλέπω πως έχω σφάλλει κι εγώ τα μάλα κι έχω συνδράμει με την αποχή μου, την ανοχή μου και τη συνενοχή μου σε αυτή τη γαμημένη κατάσταση; Είμαι η μόνη που αυτο - μουτζώνομαι;
Δεν αισθάνθηκα ούτε μία φορά την ανάγκη να κατέβω στο Σύνταγμα μαζί με τους "χιλιάδες, εκατοντάδες, εκατομμύρια" (ανάλογα ποια πηγή πιστεύεις) για να εκφράσω την αγανάκτηση μου, κυρίως γιατί δεν ήμουν ποτέ υπέρ των συλλαλητηρίων, των πορείων και γενικότερα της στάσης και της αντίστασης. ΟΚ, είμαι άνθρωπος που εύκολα φυτιλιάζει άλλους και πολλές φορές έχω βάλει το ληθαράκι για να δημιουργηθεί πανικός, αλλά δεν έχω καταφύγει σε αποχές, καθιστικές διαμαρτυρίες, απεργίες και λοιπά πράσσειν άλογα. Και όχι, δεν αισθάνομαι λιγότερο πατριώτισσα, ούτε είμαι αναίσθητη. Ούτε βλέπω Πάττυ στον καναπέ (όπως με κατηγόρησαν ορισμένοι για την αμετακίνητη μου απόφαση να μην πάω "πλατεία"), ούτε τρώω από τα έτοιμα, ούτε παρακαλουθώ τα τεκταινόμενα απαθέστατη. Κι εγώ είμαι αγανακτισμένη. Ποιος δεν είναι; Κι εγώ αισθάνομαι τον κλοιό της εφορίας κάθε χρόνο να στενεύει γύρω από το λαιμό μου, κι εγώ βλέπω το εισόδημα μου να σμικρύνεται, κι εγώ αντιμετωπίζω την έλλειψη ουσιαστικής κοινωνικής περίθαλψης, κι εγώ στο μέγεθος που μου αναλογεί κάνω οικονομία παντού. Το ότι δεν πήρα τι fissler μου και τους δρόμους, δε με καθιστά βολέμενη κι αναίσθητη.
Προσωπικά, έθεσα σε όλους τους γνωστούς που κατέβηκαν Σύνταγμα την ερώτηση "ξέρετε γιατί ακριβώς διαμαρτύρεστε;". Κανείς, μα κανείς δεν κατάφερε να μου δώσει μια αξιοπρεπή απάντηση, μια επαρκή εξήγηση, ένα σαφές κίνητρο να πείσει κι εμένα να ακολουθήσω.  Οι μισοί κατέβηκαν γιατί "επιτέλους κάτι έπρεπε να γίνει" και οι άλλοι μισοί για το θεαθήναι. Και δεν ξέρω ποιος είναι πιο pathetic από τις δυο ομάδες, ο αδαής ή ο χαβαλές. Πάντως, το θέαμα που είδα στις φωτογραφίες (και πιστέψτε με, δεν έμεινα μόνο στις  φειδωλές εικόνες της ελληνικής τηλεόρασης, έριξα μια ματιά και στο φωτογραφικό υλικό ερασιτεχνών αλλά και ξένων έγκριτων ειδησεογραφικών πρακτορείων) μου φάνηκε τουλάχιστον λυπηρό. Ο κάθε κατακαημένος, μερικά ρεμάλια με τα μπυρόνια, κάτι κνίτες, μερικά νούμερα για να κερδίζουν ακόμα 15 δευτερόλεπτα διασημότητας, φοιτητές, πακιστανοί, πλανόδιοι πωλητές και μερικοί ακόμα wannabe che quevaras. OK, μαζεύτηκαν 100,000. Τι ωραία φιεστα, κάτι σαν το Gay Pride. H Αθήνα όμως έχει 5,000,000 κόσμο, πράγμα που σημαίνει πως Αγανακτησμένοι με τη βούλα ήταν μόνο το 2% του πληθυσμού. Άρα, το υπόλοιπο 98% είναι προδότες, φαγάνες, βολεψάκηδες...
Δε θα χρησιμοποιήσω το βήμα μου για να πω τι νομίζω πως πρέπει να γίνει. Δεν είμαι ειδήμων στα οικονομικά και την πολιτική και περιμένω από ανθρώπους που πραγματικά έχουν συναίσθηση της πραγματικότητας και διέπονται από ειλικρινά πατριωτικά αισθήματα να μας καθοδηγήσουν. Σε αυτούς θα εναποθέσω τις ελπίδες μου. Κι αν δε με εκφράζουν αυτοί που τώρα μας κυβερνούν, έχω ένα και μοναδικό όπλο ως πολίτης δημοκρατικής κοινωνίας: την ψήφο μου. Να εκλέξω με περισσότερη σύνεση την επόμενη φορά τους αντιπροσώπους μου κι όχι να απέχω με ψευτομαγκιές ("μαυρίστε τους") από τις εκλογές όπως το 70% του πλυθυσμού. Κι αν αισθάνομαι πως δεν υπάρχει κανείς που να εκφράζει στο 100% τις αντιλήψεις μου και δε βρίσκω επαρκή αντιπροσώπευση, ας πολιτευτώ η ίδια μαζί με άλλους που σκέφτονται όπως κι εγώ. Δε δέχομαι να έχω μόνο ως επιλογή το δικοματισμό ή το λευκό. Αυτό με αγανακτεί περισσότερο. Αλλά να το παίζω ιστορία, φωνάζοντας συνθήματα και να κάνω υστερίες ότι δήθεν μου φταίνε όλοι οι άλλοι, είναι μεγάλη υποκρισία. Το πελατειακό πολιτικό σύστημα το θρέψαμε και το συντηρήσαμε ΌΛΟΙ ανεξαρτήτως. Ας μη στρουθοκαμηλίζουν μερικοί κι ας κοιτάξουν επιτέλους και την καμπούρα τους, γιατί στη περίπτωση των Ελλήνων, το ψάρι βρωμάει από τη βάση και όχι στο κεφάλι. Το κεφάλι είναι απλά νεκρό. (Αγανακτησμένα) Φιλιά.

Παρασκευή 20 Μαΐου 2011

A wedding less than ordinary

Μετά το Πάσχα έχω πάθει overdose από προσκλήσεις και attendance σε γάμους. Αυτός ο θρησκευτικός περιορισμός την τύχη μου μέσα που καθόλη την Πεντηκοστή δεν μπορεί ο κοσμάκης να παντρευτεί και σπεύδουν μετά ο ένας μετά τον άλλον σαν τις μύγες και γίνεται πανικός κάθε ΠΣΚ του Μαϊου, Ιουνίου και Ιουλίου... έλεος. Και όλα τα δώρα μαζεμένα (και ειδικά στους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε, δεν είναι και για πολλές ανοιχτοχεριές) και όλα τα σαββατοκύριακα καβατζωμένα λόγω των υποχρεώσεων και αγωνία ποιο φόρεμα και ποια παπούτσια θα βάλεις κάθε φορά μην τυχόν και σκάσεις μούρη με τα ίδια και σε πούνε και τσίπισα. Άσε το άλλο που κάποιοι γάμοι είναι κι εκτός Αθηνών, οπότε συνυπολογίζονται διαδρομές, βενζίνες, διόδια, ξενοδοχεία. Πολύ κούραση ρε παιδί μου. Και μπαίνει και το καλοκαιράκι και θέλουμε όσο να'ναι να αρχίσουμε τις εκδρομούλες στο νησίιιιιι. Πφφφφφ...
Δυο περιπτώσεις γάμων πάντως μέχρι στιγμής με καθηλώσανε για τη διαφορετικότητα τους και την ανεπιτήδευτη πρωτοτυπία τους. Και όχι, δεν αναφέρομαι σε φάσεις τύπου παντρεύομαι μέρα μεσημέρι στη Μύκονο, γιατί αυτό κυρά μου έχει καταντήσει τόσο mainstream όσο και τα έτοιμα κοκτέηλ σε μπουκάλια. Ούτε αυτό με το ξυπόλυτοι στην παραλία, όλοι με μαγιώ και βερμούδες κλπ, γιατί τη σήμερον η κάθε καρακαλτάκα έχει πρόσβαση στην παραλία του Αγιου Κοσμά για να κάνει το δήθεν χαλαρό γαμήλιο beach party, με γάζες και τούλια στα beach beds και ψευτολαουτζιές. Εμετός. Όχι, λοιπόν, δεν αναφέρομαι σε κάτι τέτοιο. Άλλωστε αυτά τα settings μόνο κάτι νεόπλουτους εντυπωσιάζουν, τη δεκαετία του 90 το must ήταν η δεξίωση στο golf της Γλυφάδα, στο millenium ήρθε η μόδα με τα κτήματα και εσχάτως παίζει το νησί/παραλία/προαύλιο εκκλησίας τύπου mama mia. Κι έχει χαθεί η όλη ουσία, που αν δεν κάνω λάθος αρχικά ήταν να γιορτάσεις τη χαρά με λίγους φίλους στους οποίους θες να επιβεβαιώσεις και να γνωστοποιήσεις την αγάπη σου προς το σύντροφο σου με τον οποίο αποφάσισες να μοιραστείς το υπόλοιπο της διαδρομής που λέγεται ζωή. ΌΧΙ να τους κάνεις φιγούρα, όχι να τους ταίσεις, όχι να βγάλεις όλες σου τις υποχρεώσεις, όχι να ξεπαραδιαστείς, όχι να σου βγει από τη μύτη κάτι που απλά θα έπρεπε να είναι μόνο ένα απειροελάχιστο κομμάτι από το συνολικό πακέτο που λέγεται γάμος. Ξεκολλάτε, ζώα, γάμος δεν είναι το πάρτυ, γάμος είναι το πριν και το μετά.
Ο πρώτος γάμος στον οποίο χάρηκα αφάνταστα που συμμετείχα ήταν αυτός της yogi μου, η οποία παντρεύτηκε τον καλό της στο δημαρχείο, κάλεσε λίγους και καλούς μέσω e-mail  (με μια καλαίσθητη πρόσκληση την οποία φιλοτέχνησε η ίδια, ως γραφίστρια) και στη συνέχεια μας κέρασε φαγητό σε ένα cosy μεζεδοπωλείο στο Παλαιό Φάληρο. Απλά, τίμια, ζεστά και χωρίς φανφάρες. Με τους φίλους του γαμπρού να έχουν μετατρέψει το όλο γεγονός σε μια φοιτητική πλάκα, σαν κι αυτές από τα χρόνια που σπούδαζαν στην Ιταλία, υπό τη μουσική επένδυση ενός μπουζουκιού και μιας κιθάρας, που έπαιζαν non stop από την ώρα που μπήκανε στο δημαρχείο μέχρι την ώρα που έφυγε κι ο τελευταίος καλεσμένος από το εστιατόριο. Με τη νύφη να κάνει την πιο σουρεάλ εμφάνιση που έχω δει ποτέ σε παρόμοια περίσταση, αλλά που στην τελική ήταν το προσωπικό στυλ της και στην καθημερινότητα, δε φόρεσε δηλαδή μια στολή τούρτας και μια μάσκα από στόκο που φοράνε συνήθως οι νύφες. Με ένα κράμα προσωπικοτήτων και κουλτουρών ανάμεσα στους λιγοστούς καλεσμένους. Με μια απλοϊκότητα σε όλα τα στάδια: μπομπονιέρες που έφτιαξε η ίδια, ρύζια και ροδοπέταλα στο industrial προαύλιο του δημαρχείου, ανυπαρξία επαγγελματία φωτογράφου/κάμεραμαν (ο καθένας τράβηξε τα δικά του ντοκουμέντα και την επομένη του γάμου τους αποστείλαμε αντίγραφα ώστε να συνθέσουν το δικό τους άλμπουμ), παρείστικη δεκάλεπτη πεζοπορία όλων των καλεσμένων μέχρι το εστιατόριο, μπύρες, κρασί χύμα και ρακόμελα, χωριάτικη σαλάτα, πατάτες τηγανητές και ποικιλία κρεατικών - τα φαγητά που θα έτρωγαν αν έβγαιναν έξω με τους κολλητούς τους μια κυριακή μεσημέρι. Και χορός, πολύ χορός, με τραγούδια που ακούς σε ρεμπετάδικα, με τραγούδια που γρατζουνάνε οι κιθάρες γύρω από τη φωτιά στην παραλία, όχι το σικέ playlist του κάθε πικραμένου που την έχει δει dj. Ειλικρινά, και να προσπαθούσαν δε θα μπορούσαν να έχουν πιο λιτό και πιο αληθινό γαμήλιο πάρτυ.
Ο άλλος γάμος που με συγκίνησε για τη διαφορετικότητα του ήταν by far πιο loud, πιο μπούγιο, πιο υπερπαραγωγή. Ήταν ο γάμος μιας συμφοιτήτριας από την Αγγλία, η οποία κατάγεται και μένει στη Λάρισα. Ο γάμος έγινε στο χωριό της και τηρήθηκαν όλα τα έθιμα του παραδοσιακού βλάχικου γάμου και όχι δεν τον έβγαλα τον χαρακτηρισμό αυτό εγώ από το μυαλό μου, η ίδια η νύφη μας είχε ήδη προειδοποιήσει για τα "δρώμενα".  Που δεν ήταν άλλα από δεκαμελή μπάντα πνευστών και κρουστών να παίζουν ασταμάτητα παραδοσιακά ακούσματα της περιοχής (καραγκούνες), το σόϊ να έχει μαζευτεί στο πατρικό της από το πρωί, οι σούβλες και τα κεράσματα να δίνουν και να παίρνουν από νωρίς το μεσημέρι, οι ανηψιές και οι ξαδέρφες να τρέχουν (πάνω σε δωδεκάποντα στιλέτο) σαν παλαβές να κεράσουν κρασιά, τσίπουρα και χιονούλες τους καλεσμένους που άρχισαν να συρρέουν τουλάχιστον 2 ώρες πριν το γάμο, τους γηραιότερους να έχουν στρογγυλοκαθήσει στα τραπέζια που είχανε στηθεί στον κήπο του αμειγώς χωριάτικου σπιτιού, τα 5 παρανυφάκια να τρέχουν σα ζουζούνια δεξιά κι αριστερά και να κάνουν σκανταλιές, τις θείες και τους θείους να χορεύουν ακούραστα τσάμικο και συρτό και τη νύφη στο επάνω σπίτι να δέχεται τις ευχές και τα δώρα των καλεσμένων. Μισή ώρα πριν αναχωρήσει για την εκκλησία, έφτασε η αποστολή του γαμπρού με το βλάμη να φέρνει μαζί του τα νυφικά παπούτσια και να εκτελείται το έθιμο του ασημώματος προκειμένου να "χωρέσει" το πόδι της νύφης. Μόλις επιτεύχθηκε το perfect fit, ξεκίνησε σύσσωμη η πομπή των 500και καλεσμένων, με μπροστάρηδες τη μπάντα με τα χάλκινα, πίσω τη νύφη και την οικογένεια της και πιο πίσω οι υπόλοιποι, δέκα λεπτά περπάτημα μέχρι την εκκλησία του χωριού, όπου μας περίμεναν οι άλλοι 500 καλεσμένοι από τη μεριά του γαμπρού. Η λαοθάλασσα δε χωρούσε καν στο προαύλιο, πόσο μάλλον μέσα στο ναό. Κι επειδή δεν μπόρεσα να τρυπώσω μέσα, κάθησα σε ένα πεζούλι μαζί με την υπόλοιπη παρέα συμφοιτητών και κάναμε χάζι τα ντάτσουν και τα ντιζελομερσεντικά, θυμόμασταν περιστατικά από τις ένδοξες εποχές του πανεπιστημίου και γελούσαμε με τα ντυσίματα και τις κομμώσεις που παρήλαυναν.
Το πανηγύρι (με την κυριολεκτική έννοια και χωρίς καμία απολύτως διάθεση ειρωνείας) ξεκίνησε μεσημέρι και ολοκληρώθηκε αργά το βράδυ στο κέντρο διασκέδασης που το ζευγάρι είχε επιλέξει για τη δεξίωση. Εκεί, όντως δε διέκρινα κάτι διαφορετικό από το στήσιμο και τις διαδικασίες που ακολουθούνται συνήθως (Ντέμης Ρούσος, θεαματική είσοδος ζευγαριού, κοπή τούρτας, άνοιγμα σαμπάνιας, πρώτος χορός ζευγαριού) αλλά αυτό που έγινε μετά ήταν πέραν κάθε φαντασίας. Χορός μέχρις τελικής πτώσεως με συμμετοχή από τουλάχιστον τα τρία τέταρτα των καλεσμένων, γιατί απλούσταστα η μουσική και τα τραγούδια ήταν αυστηρά παραδοσιακά, χαρακτηριστικά του καταγωγής και της κουλτούρας των νεόνυμφων και των συγγενών, χορογραφίες εντελώς άγνωστες σε μας τους πρωτευουσιάνους, με φιγούρες που θα κάνανε τους συμμετέχοντες σε reality να αφρίζουν από τη ζήλεια. Πέρασαν όλοι καλά κι εμείς καλύτερα και με το εμείς εννοώ την παρέα από το πανεπιστήμιο που καθήσαμε όλοι μαζί πρώτο τραπέζι πίστα (ναι ναι η νύφη μας έκανε φοβερή τιμή, παραβλέποντας το πρωτόκολο σε ανάλογες περιπτώσεις) και μπορεί να μη δώσαμε χορευτικό ρεσιτάλ, αφήσαμε όμως με το δικό μας τρόπο το στίγμα στη γιορτή.
Το bottomline και των δύο διαφορετικών γάμων: ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Και στα δικά σας οι ανύπαντρες, καλά κουράγια σε μας και την υγειά μας να έχουμε να μπορούμε να σας ακολουθούμε όπου παντρεύεστε! Φιλιά!

Δευτέρα 16 Μαΐου 2011

Gourmet dining



Βραδυά γκουρμέ σε ένα από τα πιο ακριβά και συνάμα most sought after εστιατόρια έζησα τις προάλλες. Ξέρω, είναι προκλητικό εν μέσω κρίσης να μιλάω για μαγαζιά όπου το να φας κοστίζει όσο το ΑΕΠ μιας μικρής χώρας, αλλά επειδή σε αυτό το μάταιο κόσμο μας έχουν μείνει λίγες χαρές και επειδή η ζωή είναι μικρή, μία στο τόσο μπορούμε να κακομαθαίνουμε τους εαυτούς μας. Πήγα, λοιπόν, μ' ένα φίλο στο funky gourmet, για το οποίο μέχρι εκείνη τη στιγμή ήξερα ή καλύτερα είχα διαβάσει για τους χρυσούς σκούφους που του είχανε απονείμει τα τελευταία δύο χρόνια.  Δε γνώριζα ούτε το background, ούτε τους σεφ, ούτε καλά καλά που βρισκόταν το μαγαζί, ευτυχώς όμως ο φίλος ήταν κατατοπισμένος και πολύ σωστά ενημερωμένος για το κάθετι αναφορικά. Άλλωστε, ήταν δική του επιθυμία να δειπνήσει κάπου ξεχωριστά και σκέφτηκε να μοιραστεί την εμπειρία μαζί μου (και τον χιλιοευχαριστώ για την τιμή). Έβαλε τα μεγάλα μέσα λοιπόν για να τρυπώσει στο καρνέ των κρατήσεων και να βρούμε τραπέζι για το ίδιο κιόλας βράδυ, παρά το ότι η λίστα αναμονής ήταν τουλάχιστον δύο εβδομάδες (πόσο νεοϋορκέζικο ακούγεται αυτό, ε;) και κάπως αργάμιση η φωκίτσα έσκασε μούρη σε ένα πανέμορφο νεοκλασικό κάπου στον Κεραμεικό, με dress code και διάθεση εντελώς για άλλα γούστα.
Το στήσιμο του μαγαζιού ήταν λιτό, η υποδοχή θερμή και γενικότερα το σέρβις ήταν ευγενικά απρόσωπο κι απρόσωπα ευγενικό. Ένας όμορφος χώρος στον πρώτο όροφο, με καμιά δεκαριά τραπέζια όλα κι όλα, άλλωστε το concept του μαγαζιού ήταν αρχικά για private dining και εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό κουβέρ. Σερβιτόροι, βοηθοί, sommelier όλοι eager να εξασφαλίσουν ένα καλό tip στο τέλος της βραδυάς, πέραν του δεόντος επεξηγηματικοί ως προς τα υλικά των πιάτων και τις ποικιλίες του κρασιού, να σου γεμίζουν τα ποτήρια και να σου αδειάζουν τα πιάτα πριν καν προλάβεις να πεις γιούχου. Οι επιλογές σε φαγητό περιορισμένες, αλά καρτ διαλέγοντας από τρία πρώτα, τέσσερα κυρίως και τρία γλυκά. Ο κατάλογος των κρασιών ήταν τουλάχιστον δέκα φορές μεγαλύτερος, εν αντιθέσει μάλλον με το μέσο όσο εστιατορίων στην Αθήνα. Alternatively, σου δίνανε την επιλογή ενός fixed μενού 16 σταδίων, που κόστιζε 100ευρώ το άτομο. Όλα πάντως οργανωμένα με ένα ύφος που δεν αφήνει περιθώρια να ελιχθείς γευστικά. άλλωστε νομίζω το notion του μαγαζιού δεν είναι να φάει ο πελάτης ό,τι θέλει, αλλά να έχει δυό εναλλακτικές σε αυτά που θέλει να του προσφέρει ο σεφ.
Όπως και να έχει, η παρουσίαση των πιάτων ήταν πρωτότυπη, ο συνδυασμός των γεύσεων αρκετά αρμονικός, η χρήση πρωτότυπων τεχνικών (που προσωπικά πρωτοείδα στα reality μαγειρικής φέτος) επιτυχημένη. Από το amuse bouche της γρανίτας χωριάτικης σαλάτας, μέχρι την ιεροτελεστία προετοιμασίας μίας πίτας φαλάφελ, από την πανδαισία αρωμάτων και χρωμάτων της σαλάτας μέχρι την ανυπαρξία πραγματικής πάστας στην αστακομακαρονάδα (που ήταν και το ακριβότερο πιάτο του καταλόγου), το φτυαράκι και η γλαστρούλα τρούφας, το δέντρο με τις σοκολατένιες ελιές, όλα μου φάνηκαν άρτια εκτελεσμένα. Η σεφ δε λυπήθηκε τις πρώτες ύλες, χρησιμοποίησε τις καλύτερες και πραγματικά έθεσε τον πήχη πολύ ψηλά στις γαστρονομικές απαιτήσεις μου. Η συνολική εμπειρία μου άφησε παρά το υπερβολικά ακριβόν τίμημα την αίσθηση ότι έφαγα πάρα πολύ καλά, value for money. Οι ποσότητες ναι, ήταν ένα θέμα, αλλά πότε δεν είναι σε τέτοιου είδους εστιατόρια; Κι άλλωστε, όταν πας να φας έντεκα το βράδυ, ε δε νομίζω ότι χρειάζεται να στουμπώσεις και στο φαγητό.
Κι αναπάντεχα έρχεται η σύγκριση με προηγούμενη μου εμπειρία σε έτερο βραβευμένο εστιατόριο πριν ενάμιση χρόνο. Που κυριολεκτικά δεν είχα φάει τίποτα, γιατί καμία γεύση δεν ταίριαζε στον ουρανίσκο μου, γιατί ο σεφ είχε προασπαθήσει υπερβολικά, γιατί ίσως παραείμαι μαθημένη στα σουβλάκια και τα άλλα ταπεινά junk food, γιατί η ατμόσφαιρα θύμιζε μαυσωλείο και γιατί μου είχανε φανεί τόσο στημένα, τόσο κυριλέ, τόσο εκτός ηλικιακού target group, τόσο μακριά από τη δική μου λαϊκή πραγματικότητα. Εν αντιθέσει με τη βραδυά στο funky gourmet, που οι γεύσεις ήταν προσιτές και οικείες, απλά η χρήση ακριβών υλικών και η παρουσίαση προσέδιδε στα πιάτα την αίγλη που το διαφοροποιεί από μια σπιτική ταβέρνα με καλομαγειρέμένα μαμαδίσια φαγάκια. Το φαγητό ήταν με μία λέξη ασύλληπτο, και για να το λέει ο πλέον μίζερος άνθρωπος στον κόσμο, σημαίνει πώς ήταν κι ακόμα παραπάνω. Ο κόσμος ήταν ανάμεικτος, από κουλτουριάρηδες σκηνοθέτες και ηθοποιούς, μέχρι ζευγαράκια, από επιχειρηματίες σε επαγγελματικό δείπνο μέχρι δυο καλούς φίλους που απλά θέλανε να κάνουν κάτι ξεχωριστό. Κι αυτή η πολυμορφία έκανε το περιβάλλον ζεστό. Κι η πινελιά που για μένα κέρδισε το άριστα ήταν που στο τέλος της βραδυάς η γλυκύτατη σεφ Γεωργιάννα Χιλιαδάκη βγήκε και χαιρέτησε έναν έναν τους πελάτες, ρωτώντας την άποψη μας και απαντώντας σε ερωτήματα σχετικά με τα πιάτα. Δε νομίζω πως ένα τόσο ακριβοθώρητο μαγαζί μπορούσε να γίνει πιο προσιτό! Συμβουλή: σπεύσατε έστω για μια φορά! Φιλιά!

Τρίτη 3 Μαΐου 2011

She's just not into you

Διαβάζα τις προάλλες σε ένα blog για τις συνήθεις παπαριές που λέει ένας άνδρας προκειμένου να ρίξει μια γυναίκα και φυσικά με είχε πιάσει υστερικό γέλιο με τις ηλιθιότητες που μπορεί να σκαρφιστούν. Ήθελα όμως να του γράψω του τυπά που υπέγραφε το κείμενο πως ακόμα πιο απαράδεκτες είναι οι ατάκες με τις οποίες εμείς οι γυναίκες ρίχνουμε τις χυλόπιτες ζεστές ζεστές, σε όσους δε μας κάνουν το κλικ, σε όσους απλά πήρανε μόνοι τους θάρρος από τη σημαία ή τελοσπάντων σε όσους απλά είναι για τον πούτσο και δεν μπορούμε να ασχοληθούμε περαιτέρω. Γιατί, μεγάλε, καλή η προπάθεια να με ρίξεις στο κρεββάτι, αλλά άμα σου έχω έτοιμη πληρωμένη απάντηση και δεν έχεις μέσο διαφυγής, απλά την έκατσες. Νομίζω θέλει μεγάλη διπλωματία και κινήσεις ελιγμού για να την προσφέρεις αλλά και να την εισπράξεις όσο πιο ανώδυνα γίνεται. Κι ίσως και λίγη εξυπνάδα, όχι όμως τη συνήθη κουτοπονηριά με την οποία συμπεριφέρονται οι περισσότερες γυναίκες. Και πολύ χιούμορ θα έλεγα. Α... κι όσο το δυνατόν περισσότερη ειλικρίνεια.
Εντάξει, δηλαδή, αυτή η χιλιοειπωμένη μουφοδικαιολογία του τύπου "ξέρεις, σε βλέπω σα φίλο" εμένα μου προκαλεί εμετό. Δεν την έχω πει ποτέ και ούτε πρόκειται, για τον απλούστατο λόγο του ότι τους φίλους μου τους έχω ορίσει χρόνια τώρα και προφανώς δεν έχω καμία κωλοπιλάλα να προσθέσω ακόμα έναν στη λίστα. Τι πάει να πει τον βλέπεις τον άλλο σα φίλο, πες του ξεκάθαρα του άλλου ότι δε γουστάρεις κι άστον μετά να διαχειριστεί εκείνος το πώς θα σε ξανα-προσεγγίσει. Πες ρε παιδί μου ότι δεν είναι ο τύπος σου (ψηλός, γεροδεμένος, γκριζομάλλης και λάτρης του Ολυμπιακού, λέμε τώρα), δε νομίζω να πάει στον Προκρούστη για να ψηλώσει όυτε να αρχίσει να gillie diet για να αδυνατήσει ούτε να γίνει ξαφνικά βαψομαλλιάς. Πες ότι δε διακρίνεις κοινά στοιχεία που να συνιστούν ότι ταιριάζετε, εκεί κι αν θα πάρει το μήνυμα loud and clear. Αλλά αυτό με το κολλητιλίκι, με προκαλεί εμένα και φαντάζομαι και τον χυλοπιτοεισπράκτορα να ξεστομίσει την περίφημη ατάκα ότι τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά. Άρα, φάουλ.
Η δεύτερη μεγάλη ψευτιά είναι να πεις ότι έχεις γκόμενο, ενώ φυσικά το σύστημα εκεί κάτω έχει πιάσει αράχνες από την αδράνεια  κι έχεις να πας βολτούλα αγκαζέ από τα χρόνια του νηπιαγωγείου. Βρε φιλενάδα, λίγη αξιοπρέπεια, εκτός κι αν πάσχεις από το σύνδρομο που έχουν κάτι μικρά παιδάκια κι έχουν φανταστικούς φίλους, έτσι κι εσύ εφηύρες ένα καβατζογκομενάκι για να τη σκαπουλάρεις. Στατιστικά, οι περισσότερες που λένε αυτό το ψέμα για να αποφύγουν κάποιο επίμονο μνηστήρα, μέσα σε λίγες μέρες αποκτούν όντως γκόμενο και μετά γίνονται διπλά ρόμπα, γιατί πότε πρόλαβες και σούταρες τον προηγούμενο, πότε βρήκες καινούριο, πρέπει να είσαι λέμε και πολύ μεγάλη καριόλα. Βέβαια, ακούω ήδη αντιρρήσεις από την κολλητή, και καλά δεν υπέγραψε κάνα συμβόλαιο με τον άκυρο, ούτε είναι αναγκασμένη η άλλη να δώσει εξηγήσεις γιατί χυλοπίτιασε τον ένα και στα καπάκια βρήκε άλλον. Δεν ξέρω, αν δεν έχεις το θάρρος της γνώμης να πεις στον άλλο την αλήθεια, ε ναι για μένα μετά είσαι άξια της μοίρας σου για ό,τι βρει να σου σούρει ο χριστιανός.
Αυτή η περίπτωση απαντάται και με διαφορετική βερσιόν, του τύπου ξέρεις δεν είμαι σε φάση για σχέση γιατί ακόμα σκέφτομαι ή τραβιέμαι με τον πρώην μου. Να΄τος πάλι ο φανταστικός φίλος. Κυρά μου, σκέφτεσαι τον πρώην σου που αν δεν κάνω λάθος τον έστειλες αδιάβαστο εσύ πριν κάνα δίχρονο, κι απλά όταν ζορίζουν τα πράγματα τον βγάζεις από την κατάψυξη και τον μνημονεύεις; Fail. Η και καλά τραβιέσαι ακόμα μαζί του, αλλά φυσικά έχεις και το νου σου για τυχόν κάτι καινούριο, εξ ού και το πράσινο φως που έλαβε από σένα ο μελλοντικός χυλοπιτοεισπράκτωρ. Loser. Πόσο χαμηλά ρε πούστη μου είναι διατεθειμένες ορισμένες γυναίκες να πέσουν και πόση απελπισία τις κυριεύει, δηλαδή. Το παρελθόν φιλενάδα είναι παρελθόν and what happens in rome stays in rome, τέλος. Τι κάθεσαι και ψάχνεις εκεί στις ναφθαλίνες να βρεις κουράγια να ξαποστείλεις αυτόν που δε σου αρέσει, όταν όλα μπορούν να τελειώσουν γρήγορα, απλά και χωρίς αναισθητικό, μπαμ κι έξω δε γουστάρω ρε φίλε. Πρώην και αηδίες...
Κι αυτό το "δεν είμαι σε φάση"... Μη λες δεν είμαι σε φάση για σχέση. Μεγάλε, είμαι σε τρελλή φάση και σε τρελλή φόρμα, απλά δε νομίζω ότι το μεταξύ μας μπορεί να αποδώσει σε στοίχημα. Δικαιολογίες του τύπου θέλω να είμαι μόνη μου για λίγο διάστημα, μόλις βγήκα από κάτι πολύ ψυχοφθόρο και επειδή είσαι καλό παιδί δε θέλω να σε ταλαιπωρώ, διπλή πίκρα κι απάτη. Ποιον κοροιδεύεις, πες ξεκάθαρα πως δεν είσαι απλά σε φάση για να κάνεις κάτι μαζί με αυτόν συγκεκριμένα, δεν είναι ούτε ότι τραβάς τίποτα σοβαρά ζόρια, ούτε έχεις πάθει καμιά κατάθλιψη, γενικότερα είσαι horny όσο δεν πάει, απλά δε σου κάνει κούκου αυτός. Αν σε ένοιαζε που είναι καλό παιδί και τον συμπαθείς, ρίχτου τότε ένα στα γρήγορα για το ψυχικό και στείλε τον μετά στην ευχή του Θεού, μην του χρυσώνεις όμως το χάπι. Άσε, που θα πάρουν και τα μυαλά του αέρα και μετά θα διατείνεται πως οι φήμες τον θέλουν για πολυυυυυυυυυυυ καλόοοοοοοοο παιδί, με πιστοποιητικό κιόλας, το δικό σου.
Ή κάνω πολύ παρέα με άνδρες (και ακούω τα όσα μύρια αποδίδουν στις γυναίκες, άρα μαθαίνω) ή παρα-έχω γίνει κυνική. Εμένα πάντως αν μου σκαγε χυλόπιτα από άνδρα on the grounds ότι περνάει φάση ή ότι σκέφτεται ακόμα την πρώην ή ότι είμαι καλή κοπέλα αλλά με βλέπει σα φίλη, θα άρχιζα αμέσως γυμναστήριο, θα τράβαγα καμιά πλαστική στη μάπα και θα ξεστραβωνόμουν να πάρω και κάνα διδακτορικό, γιατί όλες αυτές οι γελοίες υπεκφυγές συνάδουν στο ότι απλά είμαι άσχημη, βαρετή και δεν του κάνω εντύπωση.  Α, και θα παιρνα δρόμο όσο το δυνατόν γρηγορότερα, γιατί αν ο τύπος δεν έχει τα αρχίδια να ρίξει μια απόρριψη της προκοπής, πού να βασιστείς πάνω του αργότερα ότι θα φοράει και θα τιμάει τα παντελόνια του, ε; Επιμένω, πως δεν υπάρχει τίποτα πιο "αντρίκειο", τίμιο και ειλικρινές από το να λες ότι κάτι δε σου αρέσει, δε σου ταιριάζει και δε γουστάρεις. Κοφτά και χωρίς περιθώρια για παρεξηγήσεις ή παρερμηνείες. Σκληρό κι άκομψο αν ακούγεται, πιστεύω πως ο άλλος θα το εκτιμήσει (όταν συνέλθει από την ήττα, που αν έχει τη δέουσα αυτοεκτίμηση, δε νομίζω να πάρει πάνω από τριάντα δευτερόλεπτα, ίσα μέχρι να πει "χάρηκα, τα λέμε") και θα σε παραδεχτεί. Στο κάτω κάτω, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να μας αρέσουν όλοι σε όσους αρέσουμε εμείς. Κι αν δεν είμαστε εμείς, θα βρουν κάτι καλύτερο, οπότε καλό κατευόδιο. Φιλιά!

Τρίτη 19 Απριλίου 2011

Uni Times

Τα φοιτητικά τα χρόνια δεν τ' αλλάζω με τίποτα... Μα με τίποτα, λέμε. Δεν ξέρω αν είμαι από τους λίγους που πραγματικά περάσανε τέλεια όσο σπούδαζαν ή αν τελοσπάντων υπάρχουν κι άλλοι εκεί έξω που νοσταλγούν τόσο έντονα τη ξενοιασιά εκείνων των εποχών, αλλά πολλές φορές μιλάω με φίλους που τελείωσαν πανεπιστήμιο στην Ελλάδα και είναι σα να μιλάω με εξωγήινους για το θέμα. Παντελής έλλειψη ενθουσιασμού από την πλευρά τους, καμιά φορά αλλάζουν και την κουβέντα σε χρόνο dt, σα να έχουν κάνει delete εκείνα τα χρόνια, σα να περάσανε από το σχολείο απευθείας στην τωρινή τάξη πραγμάτων (βλέπε δουλε(ί)α). Ας πρόσεχαν! Δεν τους επέβαλλε κανείς να αυτο-καταδικαστούν στην ανία και την ευλαβική παρακολούθηση διαλέξεων, την ανυπόφορη εξεταστική και τα κλισέ ετήσια τριήμερα της σχολής τους στη Μύκονο και την Αράχωβα. Η ζωή όμως των φοιτητών στην Αγγλία ήταν πραγματικά ένα συνεχές πάρτυ. Περιείχε όλες τις μορφές διασκέδασης, κοινωνικοποίησης, άθλησης και περαιτέρω επιμόρφωσης πέρα από αυτό καθαυτό των μαθημάτων, βασικά ήταν ένα σχολείο ζωής.
Πέρα, όμως, αυτών το πιο σημαντικό εφόδιο από εκείνη την εποχή θα έλεγα πως ήταν οι γνωριμίες. Την περίοδο 1995-1999 που ήμουν εκεί στο πανεπιστήμιο σπουδάζανε πάνω από 1500 Έλληνες, από όλα τα μήκη και τα πλάτη της πατρίδας, από όλα τα κοινωνικά στρώματα κι από όλες τις ηλικίες. Η μικρή κοινότητα ήταν όντως μια μικρογραφία εληνικού χωριού, με τις παρέες, τις κλίκες, τις συντεχνίες, τις ίντριγκες, τα κουτσομπολιά, τις σχέσεις, τα ζευγαρώματα, τα πισωμαχαιρώματα. Εκεί μπήκανε οι βάσεις για βαθειές αδερφικές φιλίες, για μελλοντικούς γάμους, για κουμπαριές. Εκεί μπήκανε και οι βάσεις για μετέπειτα χρήση των κοννέ στον επαγγελματικό στίβο, καθώς από το πανεπιστήμιο διέπρεψαν σημερινοί γιατροί, τραπεζίτες, δικηγόροι, λογιστές. Δεκαπέντε χρόνια μετά, όλοι πλέον έχουμε στον κύκλο μας πρώην συμφοιτητές είτε με την ιδιότητα του κολλητού, είτε του συνεργάτη, είτε του νυν/πρώην συντρόφου. Και το αστείο είναι πως σε αρκετές περιπτώσεις οι επαφές και οι σχέσεις του σήμερα δεν είχανε καμία απολύτως υπόσταση στο τότε ή αντίστροφα σχέσεις που χτίστηκαν back in the nineties, ξέφτισαν με το πέρας του χρόνου και δεν υπάρχουν πια, παρά μόνο με τη μορφή "φίλων" στα sites κοινωνικής διαδικτύωσης.
Πριν μερικές μέρες παραβρέθηκα σε ένα επίσημο reunion των αποφοίτων του πανεπιστημίου (είχε προηγηθεί κι ένα άλλο παλιότερα, άτυπο και σε κλίμα χριστουγεννιάτικου πάρτυ, όπου υπήρχαν κι άλλοι καλεσμένοι, οπότε δεν ήταν αμιγώς συγκέντρωση αποφοίτων). Ήταν μια ευχάριστη συνεύρεση, δεν πήγαν πολλά άτομα, αλλά από αυτούς που κατάφεραν να κλέψουν μια ώρα και να πεταχτούν μέχρι το Βιομηχανικο Επιμελητήριο δημιουργήθηκε ένα κλίμα νοσταλγίας και μια χαρούμενη ατμόσφαιρα. Ανάμεσα στα (με τη βία) εκατό άτομα που πήγαν, ξεχώρισα αρκετούς παλιούς γνώριμους, άτομα με τα οποία κάποια φεγγάρια ήμουν κώλος και βρακί, άτομα με τα οποία κάποια στην πορεία γίναμε εντελώς κώλος και άτομα των οποίων η ύπαρξη μου ήταν παντελώς αδιάφορη. Κι όμως, εγκάρδια εναγκαλιαστήκαμε, ανοίξαμε πηγαδάκια, ρωτούσαμε ο ένας τον άλλο για τη σταδιοδρομία μας τα τελευταία 15 χρόνια, ανταλλάξαμε business cards και e-mail, οι πλέον οικογενειάρχες κάνανε show off τις φωτογραφίες των τέκνων, οι αρραβωνιασμένες των μονόπετρων και τα party girls σαν κι εμένα απλά χαμογελούσαν διάπλατα και έκλειναν συνομωτικά το μάτι σε έτερα party animals, δίνοντας το σύνθημα να συνεχίσουμε το reunion over drinks σε παρακείμενο μπαρ του Κολωνακίου.
Το resume ήταν πως χάρηκα αφάνταστα για κάθε έναν συμφοιτητή που ξαναείδα εκείνο το βράδυ, ανεξαρτήτως του status της μεταξύ μας γνωριμίας. Ήρθαν το μυαλό εικόνες από πλάκες, ξεφαντώματα, ξενύχτια στη βιβλιοθήκη, δύσκολες εξεταστικές, αγώνες μπάσκετ και λιώσιμο στο sports center, λιγδιασμένα μεταμεσονύχτια delivery, summer balls με gowns & tuxedos. Βέβαια, μέσα σε όλα αυτά φλέρταρα και για λίγο με το φρικιαστικό ενδεχόμενο να έρθω μούρη με μούρη με έναν ή περισσότερους από τους 4 πρώην... Σκληρό το ξέρω, μη σας μπαίνουν ιδέες τύπου school slut, ωστόσο , μέσα σε 15 χρόνια 4 σχέσεις, δε νομίζω πως είναι και τόσο επίκινδυνος αριθμός, ε; Τι να κάνουμε, αυτό το πανεπιστήμιο με κυνηγούσε και μετά την αποφοίτηση... Λες και δεν υπήρχαν άνδρες αλλού. Τεσπά, ευτυχώς για όλους, κανείς από τους τέσσερις δεν παραβρέθηκε και ησυχάσαμε. Τη γλιτώσαμε φτηνά μόνο με ένα καρδιοχτύπι για τον άνδρα πόθο απωθημένο του πρώτου έτους, που αυτός όντως ήρθε και έκανε και εκμυστηρεύσεις (ευτυχώς είχα πιει αρκετές βότκες για να μην τον πάρω σοβαρά), με μερικές κλεφτιές ματιές από κάτι κουρασμένους παντρεμένους (που γυάλιζε το μάτι τους) και αρκετές μουφο-προτάσεις για μελλοντικές συναντήσεις σε μπουζουκερί και club από τους εναπομείναντες free spirits (σπάνιο είδος υπό εξαφάνιση). Το καρνέ μου επίσης γέμισε με τηλέφωνα όλων των εδικοτήτων γαι να τους έχω stand by σε ώρα ανάγκης (δασκάλα αγγλικών για τα παιδιά, δικηγόρο για το διαζύγιο, γιατρό για το by pass, διατροφολόγο για την μπάκα, ψυχολόγο για το post trauma therapy, τραπεζίτη για τις καταθέσεις, financial analyst για τις επενδύσεις, δημοσιογράφο για τα άρθρα στα tabloids, πελάτη για τη δουλειά και μια housewife για να κουτσομπολεύουμε Μενεγάκη και DTWS). Κι όλα thanks to Essex uni... α ρε ένδοξη φοιτητική ζωή!

Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

Μαζώ ή να μη ζώ



Πριν κάνα μήνα πήγα να ακούσω Μαζωνάκη στο Βοτανικό. Εντάξει, κάπου πρέπει να κάνω κι ένα διάλειμμα από τον πολύ Αντωνάκη (βέβαια, εδώ που τα λέμε δεν πήγα και τόσες πολλές φορές φέτος, μόνο 6, αλλά κάνω κράτει για τον καλοκαιρινό γύρο στο Θάλασσα). Είχα ακούσει λοιπόν διάφορα για το show Τα ίσια Ανάποδα, φίλοι που είχαν πάει από τις αρχές της σεζόν μου είχαν πει τα καλύτερα. Η αλήθεια είναι πως ο Μαζώ είναι περίεργη φάση καλλιτέχνη, ή τον μισείς εντελώς ή καρα-γουστάρεις, δε νομίζω πως έχει κοινό που απλά τον ανέχεται για μια βραδυά στα μπουζούκια. Δηλαδή, έχω ακούσει σχόλια πως είναι εντελώς άφωνος, πως η κόκα του έχει κάψει και το τελευταίο εγκεφαλικό κύτταρο, πως είναι μεγάλο σούργελο κλπ. Δε θα προσπαθήσω να πείσω κανέναν για την ποιότητα της χροιάς του, είπαμε πολλάκις ότι τα μουσικά γούστα είναι ποικίλα και ειδικά η φώκια είναι παντός καιρού και ρεπερτορίου. Προσωπικά, τον ακούω από τα πρώτα του βήματα, ακόμα θυμάμαι την πρώτη του συνέντευξη στον Πρωινό καφέ της Κορομηλά (oh yes) και σαν κοριτσάκι είχα αγοράσει τουλάχιστον 5 cd του. Αν αυτό δε με κάνει οπαδό, τότε δεν ξέρω τι. Τεσπά, το bottomline είναι φέτος στο συγκεκριμένο μαγαζί μου είχανε πει ότι γενικά έπαιζε καλή φάση και σε συνδυασμό με το ξέκωλο την Πάολα (από φωνή κορμάρα) ο κόσμος διασκέδαζε.
Οπότε, όταν δέχτηκα πρόσκληση από μια γνωστή να πάω με την παρέα της (ενώ δε γνώριζα κανέναν από τους υπόλοιπους συνδαιτημόνες) την αποδέχτηκα με σχετική ευκολία. Η αλήθεια είναι πως έπεσε κι ένα κίνητρο: η κοπελιά με ενημέρωσε πως λόγω κάποιας γνωριμίας στο μαγαζί, το αντίτιμο θα ήταν 130 ευρώ το μπουκάλι. Επειδή τυχαίνει να βγαίνω πολύ τακτικά και σε μεγάλες πίστες αλλά και σε πιο παρακμιακά μπουζούκια (call me embati, call me frangelico) απόρησα με το ποσό, αλλά δεν έδωσα σημασία, σκέφτηκα πως ακόμα καλύτερα θα πιούμε περισσότερα μπουκάλια. Φευ... μικρή κι ανόητη φωκίτσα. Όταν έφτασα στο μαγαζί, η κοπελιά με ενημέρωσε πως δυστυχώς το ποσό των 130ευρώ ανά μπουκάλι αντιστοιχεί σε κατανάλωση σε τραπέζια του εξώστη (τα λεγόμενα "φοιτητικά") και ήθελε τη συγκατάθεση μου να πάμε σε τραπέζι στον κάτω χώρο, πληρώνοντας φυσικά το νορμάλ ποσό των 180ευρώ. Μα εννοείται καλή μου, στον εξώστη δεν κάθομαι ούτε για να δω την Τραβιάτα, τι λέμε τώρα. Αλλάξαμε όροφο και τραπεζάκι σε χρόνο dt, έγιναν οι απαραίτητες συστάσεις και περιμέναμε να αρχίσει το πρόγραμμα.
Κάποια στιγμή, η κοπέλα μου εκμυστηρεύεται πως στα prive του μαγαζιού κάθονται γνωστοί της και πως αν θέλουμε (δεδομένου ότι είμασταν μόνο 5) μπορούσαμε να πάμε να καθήσουμε μαζί τους, μιας κι οι άλλοι είχανε κράτηση για 12, αλλά δεν είχαν μαζευτεί τα άτομα. Γίνεται να φέρεις αντίρρηση σε κάτι τέτοιο; Δε γίνεται. Να είσαι μέσα στο ring και να έχεις το Γιωργάκη να σου τραγουδάει στο αυτί σου; Σωστή η κοπελιά μας ενημερώνει ότι οι τιμές στα prive τραπέζια αφορούσαν κατανάλωση μόνο premium φιάλης, οπότε ψιλοξεχνάμε τα 180 και φτάνουμε αισίως στα 220 ή ανάλογα τέλοσπαντων το ποτό. Καμία αντίρρηση κι εκεί, άλλωστε στους ήδη 7 που κάθονταν εκεί οι 4 ήταν γυναίκες άρα σκεφτήκαμε πως σιγά το πολύ που θα πιούνε. Οπότε, στρογγυλοκαθήσαμε στους δερμάτινους καναπέδες, παραγγείλαμε τις grey goose κι αράξαμε. Γίνανε εκ νέου συστάσεις και με δέος (χαχαχα) μου επιστήσανε την προσοχή πως στο τραπέζι μας παραβρίσκονταν 3 celebrities . Ούτε που τους ήξερα. Δυο ήταν πρώην παίκτες reality και μια ήταν η αδερφή γνωστού μόδιστρου/ fashionista/solarium addict. Τους γύρισα την πλάτη με το καλησπέρα, γέμισα το ποτήρι μου και έθεσα το αιφόνι σε ετοιμότητα για να απαθανατίσω τις στιγμές απείρου κάλλους που ήμουν σίγουρη πως θα εκτυλλίσονταν.
Η βραδυά ήταν απ' όλες τις απόψεις ενδιαφέρουσα. Ο Μαζώ έδωσε ρέστα, η φουστοβερμούδα για την οποία είχε γίνει τόσος ντόρος δε μου φάνηκε καθόλου σοκαριστική, το μουστάκι του ήταν well trimmed και δε θύμιζε Σφακιανό, η Πάολα ήταν συγκλονιστικά γυμνασμένη κι απαστραύτουσα και τα αγόρια λουλουδάδες ανύπαρκτα. Δεν ξέρω, αλλά ελέω κρίσης, τους είχανε καταργήσει, όλες κι όλες δυο λουλουδούδες μπήκανε στο ring και μάλλον η παρουσία τους ήταν περιττή, καθώς το μοναδικό τραπέζι που πετούσε γαρύφαλλα ήταν το "δικό μας". Εντάξει, να είμαστε και λίγο σοβαροί, ποιος νοήμων πλέον διαθέτει κερατιάτικα λεφτά για να εκσφενδονίζει πανέρια; Μόνο η ηλιοκαμένη φασιονίστα/μοδίστρα. Το κέφι πάντως ήταν αμείωτο, το fan club του αοιδού είχε αναρτήσει τεράστια πανό "χωρίς μαζώ, εγώ δε ζω" και λυσσάγανε (τα μυαλά στα κάγκελα), τα πούρα στους διπλανούς καναπέδες φουντώνανε ασύστολα, οι celebs ξεσκίστηκαν να σουρώνουν τα χείλη τους σαν τους ροφούς στις φωτό και τελικά για πότε τέσσερις πήγε, μου'παν πάλι φύγε ούτε που το κατάλαβα.
Το κλου της βραδυάς όμως ήρθε μαζί με τη λυπητερή. Oh yes... Η φιλενάδα έβγαλε το παγγάρι κι άρχισε να μαζεύει τα ψιλά, μόνο που το ταμείον βρέθηκε απειλητικά να είναι μείον. Κάποιοι τσαμπαζήδες την έκαναν με ελαφρά όσο εμείς οι υπόλοιποι  μερακλώναμε με το Μαζώ και μαντέψτε ποιο ήταν αυτοί: οι "φίρμες" των reality. Προφανώς θεώρησαν πως τα ποτά τους και η διασκέδαση τους εκείνο το βράδυ ήταν ευγενική χορηγία της φωκίτσας και των λοιπών αθώων που δεν πήραμε γραμμή ότι το upgrade από τα τραπέζια της πλέμπας στα prive δεν ήταν καθόλου κίνηση ανιδιοτέλειας. Κάτι λοιπόν με τους μαλάκες που έφυγαν χωρίς να αφήσουν λεφτά, κάτι με το ότι το παρακάναμε στα μπουκάλια, κάτι με το ότι η τιμή φιάλης άγγιζε τα 250... καταλήξαμε 5 κορόϊδα στο τέλος να πληρώσουμε ο καθένας μας για άλλους 2. Σχεδόν να μην έχουμε λεφτά για τον παρκαδόρο, για τέτοια ξεφτίλα μιλάμε. Από εκεί που με καλέσανε για ένα ποτό των 25ευρώ (λέμε τώρα), πληρώσαμε σχεδόν από ένα μπουκάλι το άτομο και να πεις ότι ήπια για ένα ολόκληρο μπουκάλι, να έλεγα χαλάλι. Αλμυρούτσικος μας βγήκε ο botanique και όταν μετά από μια βδομάδα άλλη παρέα μου πρότεινε να πάμε πάλι στο Μαζωνάκη (στην τελευταία παράσταση) ευγενικά αρνήθηκα, ο 'Άγιος Βασίλης έρχεται μια φορά το χρόνο κι εμείς πρέπει κάπως να ζήσουμε. Φιλιά.

Δευτέρα 11 Απριλίου 2011

It's only rock & roll...


Είναι αστείο πως όλη την προηγούμενη εβδομάδα φίλοι και γνωστοί μου έστειλαν e-mail ή αναρτούσαν σε twitter και fb κείμενα διαφόρων "δημοσιογράφων-κοσμικογράφων" αναφορικά με το τέλος εποχής για το θρυλικό "rock". Το αστείο έγκειται στο ότι οι περισσότεροι από αυτούς ούτε που είχαν πατήσει το πόδι τους μέσα στο μαγαζί ή τελοσπάντων είχανε πάει μια φορά όλη κι όλη στη ζωή τους και μάλλον καμιά άκυρη μέρα που η "πόρτα" θα ήταν ιδιαίτερα ελαστική ή ίσως κάποια στιγμή από το φετινό Γενάρη και μετά, που πραγματικά μόνο παρακαλετός ή αν σε πληρώνανε πήγαινες. Δηλαδή βγήκε ο κάθε κατακαημένος να "κλάψει" για τις ωραίες αναμνήσεις που προσέφερε το rock'n'roll στα 25 περίπου χρόνια λειτουργίας του. Και βλέπω και βιντεάκι στο youtube με τα τελευταία λεπτά, όπου κάτι ατομάκια έχουν ανέβει στο μπαρ και αγκαλιαστά χορεύουν και κάτι άγνωστες παντελώς φάτσες να στριγγλίζουν με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό και να αποθεώνουν τον dj. Sorry, αλλά είμαι η μόνη που δε διέκρινα ούτε έναν γνωστό θαμώνα σ'αυτό το video; Είμαι η μόνη της οποίας ο κύκλος ούτε καν πάτησε το πόδι του το τελευταίο σαββατοκύριακο γιατί απλούστατα απαξίωσαν την ντέκα και την κατάντια;
Και δεν αναφέρομαι στην κατάντια του μαγαζιού και των υπευθύνων, γιατί αυτοί οι ίδιοι (οι περισσότεροι από τους θεμελιώδεις συντελεστές τουλάχιστον) είχαν καιρό τώρα απομακρυνθεί, είτε για προσωπικούς λόγους (οικονομικές διαφωνίες κλπ) είτε γιατί είχαν αρχίσει να καταπιάνονται με πιο μεγαλεπίβολα projects και η πάλαι ποτέ αίγλη είχε εξατμιστεί. Αναφέρομαι στη γενικότερη κατάντια της νυχτερινής ζωής του Κολωνακίου, που κάτι με τις πορείες και τα επεισόδια στο Κέντρο, κάτι με την ανυπαρξία πάρκιγκ, κάτι με τις τιμές των ποτών να εκτοξεύονται σε παράλογα ύψη, ο κόσμος είχε οδηγηθεί σε πιο local καταστάσεις, προτιμώντας να βγαίνει σε μέρη κοντινά στο σπίτι του, όπως Γλυφάδα, Πειραιά, Κηφισιά ή το Ψυχικό. Τουλάχιστον εκεί δε ρίσκαρες να σου πάρουν πινακίδες επειδή πάρκαρες αμάξι στην Πατριάρχου ή να πέσεις σε κάνα μπλοκ αλκοτέστ γυρνώντας λιάρδα. Ο κόσμος είχε βρει εναλλακτικές κι αυτό νομίζω φάνηκε πολύ έντονα από την αρχή της σεζόν. Κι όλα αυτά περί αύξησης του ενοικίου κλπ τα βρίσκω δικαιολογίες. Το μαγαζί απλά δε μάζευε τον κόσμο που μάζευε στις καλές του εποχές, τότε που οι ουρές σχηματίζονταν στην πόρτα κι ο Παναγιώτης έριχνε τις πίττες ζεστές ζεστές.
Οι περισσότεροι φίλοι μου απλά είχανε πλέον επιλέξει να πίνουν αλλού το "τίμιο" ποτάκι τους ή τέλοσπαντων περνούσαν μόνο για ένα λεπτό να δούνε "τι παίζει" μέσα, ενώ ξέρανε πολύ καλά πως όλοι οι wannabies, όλοι οι "πάλαι ποτέ θαμώνες" ήταν πλέον σε κάποιο από τα μαγαζιά στο εμπορικό κέντρο Λαιμού. Να πω πως ακολούθησα ευλαβικά κι εγώ αυτή την τάση θα ήταν λιγάκι παραπλανητικό, γιατί προσωπικά πέρα από τη "μόδα" είχα κι άλλους λόγους που είχα σταματήσει να δίνω το παρών στο rock. Ήδη από πέρσυ είχα κουραστεί να βλέπω γύρω μου μόνο παιδικές φάτσες και να αισθάνομαι πως στα 33 μου ήμουν η πιο μεγάλη εκεί μέσα. Είχε καταντήσει παιδική χαρά, μιας και η ευκολία να μπει κανείς στο μαγαζί είχε ανοίξει την πόρτα του Παραδείσου για ηλικίες και κοινωνικές ομάδες που υπό άλλες συνθήκες δε θα φτάνανε ούτε μέχρι την είσοδο. Κι αν σε όλα αυτά προσθέσεις και το ότι είχα χάσει το τελευταίο διάστημα την απόλυτη συνένοχο μου στις κρεπάλες, απλά it was not fun anymore.
Μια γνωστή (προφανώς πικραμένη από τις "πόρτες" που θα΄χε φάει κατά καιρούς) σχολίασε ότι σιγά το πράμα και σιγά την αναστάτωση για το "κλείσιμο"΄, αφού ούτε η μουσική που παιζόταν εκεί μέσα δεν της άρεσε γιατί δεν ήταν αμιγώς ροκ, αλλά της θύμιζε μουσική του kissfm και ούτε ο κόσμος που έβλεπε της έκανε ιδιαίτερη αίσθηση, καθότι όλοι της φαίνονταν "καμμένοι" και "δήθεν". Όπως λέω συνήθως, όσα δε φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια. Εγώ μέσα σε αυτό το μαγαζί έζησα επικές στιγμές: ήπια, χόρεψα, τραγούδησα, μέθυσα, φλέρταρα, γείωσα, ερωτεύτηκα, μάλωσα, έκλαψα, χώρισα (όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά). Εκεί μέσα γνώρισα τον άνδρα της ζωής μου, εκεί μέσα βίωσα το απόλυτο girl power με τις πολυαγαπημένες μου φιλενάδες/αδερφές. Για αυτά και μόνο (και για τίποτα άλλο, για κανένα φασιονβικτισμό, καμία δηθενιά και κανέναν ελιτισμό) αγαπώ το Rock. Τα τραγούδια που ακούσαμε εκεί μέσα (κάθε μέρα, κάθε dj και το ξεχωριστό τους πρόγραμμα) μου δημιουργούν πάντα ρίγη και όπου κι αν τα ακούσω θα είναι πάντα άρρηκτα συνδεμένα με αυτό τόν χώρο. Από τους Bon Jovi της Πέμπτης μέχρι τη Μαρινέλα της Κυριακής και τις μεϊνστριμιές των απογευματινών πάρτυ τα Σάββατα...
Θέλω να θυμάμαι αυτό το μαγαζί σαν ένα αγαπημένο κομμάτι της ζωής μου και δεν ήθελα να ζω τον ξεπεσμό των τελευταίων μηνών. Θα θυμάμαι τις φάτσες και τα τυπάκια πάνω στους δερμάτινους καναπέδες, θα θυμάμαι τους πυροσβεστήρες, τις σφυρίχτρες, τα υποβρύχια με martini, την πίτσα με τη ρόκα, τα χριστουγεννιάτικα στολίδια στον πολυέλαιο, την ευγενική κυρία στις τουαλέτες που με ρωτούσε κάθε φορά αν είμαι καλά (αν το έχω), τους κοιλιακούς του Μάνου, το Σάββα να με στριμώχνει στην κουζίνα, την Άρια να λικνίζεται στη μπάρα, το στριμωξίδι και το πατείς με πατώσε και το Θανάση το σερβιτόρο να σπρώχνει ακόμα χειρότερα απ'όλους, τα αποκριάτικα πάρτυ, τις μουφοκρατήσεις για να σε βάλει μέσα ο πορτιέρης παραβλέποντας τους κακομοίρηδες που ξεροστάλιαζαν, το Λουκά να δίνει ρεσιτάλ στις φιγούρες του Micheal Jackson, τους συνήθεις υπόπτους να κάθονται πάντα στις αγαπημένες τους θέσεις κατά μήκος του μπάρ. Κι εγώ εκεί μ'ενα χαμηλό ποτήρι ουίσκυ με πάγο, με δωδεκάποντα στιλέτο (που κάθε φορά μετάνιωνα όταν έπρεπε να περπατήσω μέχρι το αμάξι), τη διάθεση τύπου durecell, με μάτια να έχουν γίνει κουμπότρυπες από τον καπνό και λίγο ζαλισμένη από τα ξύδια, να μην κουνάω ρούπι αν δεν άναβαν τα φώτα κι άνοιγε διάπλατα η πόρτα και την κολλητή να μου λέει ... "κοπελιάααααααα... πάει και σήμερα, άντε να μαζευτούμε". Για μένα λοιπόν, this is and always will be ROCK'N'ROLL. Φιλιά.