Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2011

Οff season, off road, off we go


Σαββατοκύριακο ανέβηκα Αράχωβα και ναι δέχομαι πως φαντάζει εντελώς άκυρος προορισμός για αρχές Σεπτέμβρη, δεδομένου ότι ο κόσμος αναζητά ευκαιρίες για να κάνουν μερικά ακόμα μπάνια. Ως γνωστόν, δεν είχα ποτέ ιδιαίτερη πρεμούρα για κολύμπι και από άποψη ηλιοθεραπείας, η μελανίνη δούλεψε overtime το περασμένο σουκου που είχα πάει Ελαφόνησο με τη μαμά. (Ορίστε, να μην έχουμε παράπονο, έπαιξε μπάλα κι ο παραθαλάσιος προορισμός). Οπότε, με το που τέθηκε το δίλημμα "βουνό ή θάλασσα", προτίμησα το μη προβλέψιμο. Στην τελική, το νησίιιιιιι είναι πάντα εκεί να με περιμένει και ο κυκλαδίτικος καιρός σηκώνει παραθερισμό μέχρι μέσα Οκτώβρη. Να μου πεις, ΟΚ και ο Παρνασσός εκεί δε θα είναι και το χειμώνα, ήταν ανάγκη να τρέχεις εκεί πάνω φθινοπωριάτικα; Δεν είχα ξαναπάει ποτέ τέτοια περίοδο να είμαι ειλικρινής και είχα την περιέργεια να δω μια άλλη εικόνα από αυτή την κοσμοπολίτικη (νεοπλουτίστηκη να το θέσω πιο σωστά) που επικρατεί μόλις πέσουν τα πρώτα χιόνια, με τα cayenne ( = όχημα άρρηκτα συνδεδεμένο με τον τόπο), τα apres ski, το μποτιλιάρισμα, την τσίκνα και το δήθεν. Κι αποζημιώθηκα για την επιλογή μου.
Καταρχάς, βλέπεις το χωριό όπως ακριβώς είναι: γραφικό, με όμορφα σπίτια, με τους ντόπιους να απολαμβάνουν καφεδάκι στην πλατεία, με ρυθμούς ζωής σαν τη διαφήμιση "φέεεεεεεεεεταααααααα", με ανοιχτά μόνο τα παραδοσιακά καταστήματα με σουβενίρ (και όχι τις πανακρίβου μπουτίκ τύπου Mall). Το μάτι να χορταίνει θέα, το πνευμόνι να ρουφάει καθαρό οξυγόνο, το στομάχι να τρέφεται με νοστιμότατα μαγειρευτά στην κυρα Παναγιώτα (χωρίς ρεζερβέ). Είδα μια Αράχωβα που αν δεν υπήρχε το χιονοδρομικό ως πόλος έλξης δε θα διέφερε σε τίποτα από τα χωριά στα Τζουμέρκα ή τα Άγραφα. Κι επειδή τον Ιούλιο έκανα ένα αντίστοιχο κουλό σουκου στο Καρπενήσι και τα πέριξ, συνειδητοποίησα ότι η κοσμοσυρροή αλοιώνει την όψη ενός χωριού, δημιουργεί πλασματικές συγκινήσεις κι όταν το επισκέπτεσαι off season, τα πάντα απομυθοποιούνται. Σε βαθμό που τολμάς και να αναλογιστείς πως πολύς ντόρος ρε παιδί μου για ένα κεφαλοχώρι.
Να μην παρεξηγηθώ, όμως, πέρασα πολύ ωραία, γιατί ακόμα και η αλλαγή παραστάσεων από την πόλη είναι από μόνη της μεγάλο exitement. Πόσο μάλλον όταν πας με εκλεκτή παρέα, σε φιλοξενούν σε ένα υπέροχο σπίτι (εξωτερικά wannabe παραδοσιακό, αλλά μέσα πολύ cosy και άψογα διακοσμημένο), περνάς το απόγευμα σου σε μια βεράντα με θέα στον απέραντο ορίζοντα (με κάμπους, βουνά, χωράφια, δέντρα), ακούς μουσικάρες (ναι, εντάξει Ρέμο ακούγαμε...), πίνεις το δροσερό κρασάκι σου και δε σκέφτεσαι τίποτα από τη βαρετή καθημερινότητα σου. Η θερμοκρασία για βουνό ήταν ταμάμ, ούτε να σκας, ούτε να θες αμπέχωνο, η ατμόσφαιρα πεντακάθαρη, το παραμικρό να μη σε αγχώνει ή να σου διαταράσει την απόλυτη ηρεμία που βιώνεις. Κάτι διαφορετικό από τα τετριμμένα, μακριά από νυχτερινή ζωή, βουή και λοιπές οχλήσεις.
Το κερασάκι στην τούρτα μου σκασε την Κυριακή. Το efoulini οδηγός σε ένα κτηνώδες όχημα, έτοιμο για δράση και off road περιπέτειες. Στο δρόμο για το χιονοδρομικό, έχοντας προσπεράσει τις προκάτ καταστάσεις που επικρατούν στο Λειβάδι, μπήκα σε απίστευτους χωματόδρομος που οδηγούσαν σε καλά κρυμένα Αλπικά μυστικά, σε σπίτια-chalet που μόνο σε ταινίες νομίζεις πως υπάρχουν, μια πολυτέλεια καλυμμένη από το δάσος, ζηλευτή και μόνο για το ότι ήταν δυσπρόσιτη. Και μετά, πιο ψηλά, το έπος του Παπαργυρόπουλου, το βουνό φαλακρό, οι εγκαταστάσεις παρατημένες και κάπως decadence και οι πίστες ανοιχτές για άλλου είδους συγκινήσεις από αυτές για τις οποίες είναι κανονικά φτιαγμένες. Τετρακίνηση, μουσική στη διαπασών (όχι ρέμος εδώ, εδώ σήκωνε τρελλή ψυχεδέλεια για να πιάσει η αδρεναλίνη κόκκινο) γκάζια και μέσα σε δέκα λεπτά σε υψόμετρο 2250, ακριβώς στο λιφτ του Ηρακλή. Θέα να σε συνεπαίρνει όχι από ομορφιά, αλλά από την επιβλητικότητα του άγριου τοπίου, κρύος αέρας να ροδίζει τα μαγουλάκια, μυρωδιά από κοπριές να σου τσιμπάει τα ρουθούνια (το χιονοδρομικό μία απέραντη στάνη, ένα βοσκοτόπι) και η καρδιά να χτυπάει ασταμάτητα από χαρά, από παιδικό ενθουσιασμό, από αμηχανία. Μικρά πράγματα που κάνανε όλη τη διαφορά.
Κάτι τέτοιες συγκινήσεις σε κάνουν να καταλαβαίνεις πως η ευτυχία κρύβεται σε πολύ απλά σκηνικά. Δε χρειάζεσαι μεγαλεία για να περάσεις καταπληκτικά, το royal treatment προκύπτει από τη διάθεση της παρέας, την όρεξη να ξεφύγεις από τα τετριμμένα αλλά ταυτόχρονα να αρκεστείς σε πιο γήινες καταστάσεις. Να δοκιμάσεις να δεις κάτι αλλιώς, υπό άλλο πρίσμα αλλά ταυτόχρονα να μην έχεις απαιτήσεις. Να αφεθείς. Και το όλο setting της φθινοπωρινής Αράχωβας μου προσέφερε ακριβώς αυτό. Τη δυνατότητα να "ταξιδέψω", να "φύγω", να ξεκολλήσω. Τολμήστε το, μερικοί το έχετε πολύ ανάγκη. Φιλιά.

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2011

It was about time...

Τις προάλλες είχα πάει για τίμιο ποτάκι με ένα φίλο που είχα να δω αρκετό καιρό και φυσικά πιάσαμε τις κουβέντες για το που είμαστε, τι κάναμε, δουλειές, διακοπές, γκομενικά, κοινούς γνωστούς και γενικότερο gossip. Έχει πλάκα γιατί πλέον στις ηλικίες που είμαστε τις συζητήσεις μονοπωλεί πάντα το θέμα των σχέσεων και πολύ λιγότερο όλα τα άλλα, ειδικά εν περίοδο κρίσης που όλα γύρω μας καταρρέουν και δεν ξέρουμε τι θα μας ξημερώσει αύριο, εκεί  κωλοπιλάλα να αναλύσουμε όλοι τα ερωτικά μας, να βρούμε συμπαράσταση, ακροατήριο να ακούσει τον πόνο μας, να συμπάσχει, να βρούμε συνένοχους, να βρούμε λύτρωση ότι δεν είμαστε οι μόνοι εκεί έξω που μαλακίζονται οικτρά και είναι όπου γης πατρίς. Ετσι και με το φιλαράκι κάναμε ένα δίλεπτο resumé, ένα ταχύτατο catch up κι αμέσως βουρ στο ψητό, του τύπου "εσύ παίζει τώρα τίποτα ή έχει πιαστεί το χέρι από την αυνάνα" λες και άλλη πρεμούρα δεν είχαμε, λες και δεν έπαιζε γαμώ τις μουσικές το μαγαζί, λες και δεν πίναμε απολαυστικότατα κοκτεηλάκια, λες και δεν είχε τόσο κόσμο να κάνουμε τουλάχιστον μια κοινωνική κριτική στην πασαρέλα, εκεί το χαβά μας να λέμε για άκυρους γκόμενους κι ελεεινές γκόμενες.
Τρεις ώρες εκεί να αναλύουμε τα πώς και τα γιατί της κάθε αποτυχημένης προσπάθειας να ευδοκιμήσει κάποια από τις πρόσφατες περιπέτειες μας. Nα επαναλαμβάνουμε πως δε φταίμε εμείς, πως φταίνε οι ρυθμοί της ζωής που ο καθένας γύρω μας είναι παρτάκιας, που οι γυναίκες τη σήμερον ημέρα θέλουν μόνο πούτσο κι άντε γεια και οι άνδρες έχουν γίνει πιο gay κι απ' τους original gay. Να αναφερόμαστε αδιάκοπα στις πεντάχρονες σχέσεις Βατερλό  που μας οδήγησαν σε αυτά  τα χάλια, να απαξιώνουμε με ευκολία τις καινούριες γνωριμίες, γιατί πλέον ο πήχης έχει ανέβει πολύ ψηλά. Να μιλάμε με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες για το σενάριο γάμος και το πώς αντιλαμβανόμαστε το ενδεχόμενο του, κατακρίνοντας γνωστούς που το αντιμετωπίζουν διαφορετικά. Να επιβεβαιώνουμε πως αναζητούμε τα αυτονόητα, τα απλά πράγματα και να διαπιστώνουμε ότι έχουμε καταντήσει γεροπαράξενοι.
Και κάπου στη μέση της συζήτησης να συνειδητοποιώ (ίσως και ο φίλος αντίστοιχα για πάρτη του) ότι εκείνη την ώρα είμαι στο λάθος μέρος, με τον πιο λάθος άνθρωπο και κάνοντας ό,τι πιο άκυρο. Κι ότι θα ‘πρεπε να είμαι αλλού, με άλλο πρόσωπο και να περνάω καλύτερα. Δηλαδή, αντί να κάθομαι να το παίζω ένας από τους γέρους του Muppet show και να παραπονιέμαι και να ρίχνω ευθύνες αλλού, να σηκώσω το γαμίδι το τηλέφωνο, να πάρω ένα συγκεκριμένο νούμερο και σε 15λεπτά να διακτινιστώ στην άλλη άκρη της Αθήνας και να δώσω μια ευκαιρία στον εαυτό μου να αποδείξει πως όλα όσα έλεγα επί 3 ώρες είναι μεγάλες παπαριές, γιατί και οι σωστές ευκαιρίες μου δόθηκαν, και τα σωστά άτομα γνώρισα και λίγο πολύ όλοι είχανε potential να εξελιχθούν σε long term συντρόφους, απλά εγώ επέλεγα τόσο καιρό να κάνω την κινέζα.
Δεν ξέρω τι κάνει κλικ στον κάθε άνθρωπο, τι είναι αυτό που του γυρίζει τα μυαλά και τον κάνει ξαφνικά να βλέπει τα πράγματα αλλιώς, από τη μια στιγμή στην άλλη, αλλά για εμένα εκείνη η απειροελάχιστη στιγμή ήταν η η μεγαλύτερη σφαλιάρα που έδωσα στον εαυτό μου τα τελευταία χρόνια. Και να πω ότι δεν είχα κάνει αντίστοιχες κουβέντες με όλες τις κολλητές μου; Τόσα χρόνια τα ίδια και τα ίδια αναμασάμε όλες, έχαμε καταντήσει γραφικές να μοιρολογάμε και να διυλίζουμε τον κώνωπα. Απορώ πως δεν έχουμε λύσει το μεσανατολικό και το κυπριακό με τις ατελείωτες αναλύσεις επί των σχέσεων. Κι, όμως, έπρεπε να γίνει κι αυτή η εκατομυριαστή συζήτηση, την τυχαία μέρα και ώρα, με έναν φίλο που βγήκαμε στο άσχετο για να πάρει ξανά μπρος η μηχανή, που ομολογουμένως ήταν σε ένα περίεργο λήθαργο. Κι ομολογώ πως και μπρος πήρε και αστραπιαία φόρα και τα πράγματα ήρθανε από μόνα τους στα ίσα. Και μπορεί να μην πήρα επιτόπου εκείνο το τηλέφωνο στην άλλη άκρη της Αττικής, έθεσα, όμως, σε κίνηση το σωστότερο πλάνο της ζωής μου και hopefully (θεού θέλοντος, καιρού επιτρέποντος) όλα θα είναι πολύ διαφορετικά στο εξής. Φιλιά

 

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2011

Ευχαριστώ σας!

Καθώς έγραφα την τελευταία παράγραφο της προηγούμενης ανάρτησης, ασυναίσθητα μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να εκφράσω ευχαριστίες για όλους όσους μου φέρθηκαν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτό το καλοκαίρι, για όσους με κανάκεψαν, με κακόμαθαν, με φίλεψαν, με φιλοξένησαν, με αγκάλιασαν, μου κάνανε δώρα κι εκπλήξεις, που νοιάστηκαν για μένα και με περιποιήθηκαν στον υπέρτατο βαθμό. Η αλήθεια, όμως, είναι πως οφείλω να πω "ευχαριστώ" σε εκείνους που όλα αυτά τα έκαναν χρόνια τώρα, γιατί ναι... το ομολογώ, είμαι πολύ τυχερή κι έχω σταθεί δίπλα σε ανθρώπους από τους οποίους εισέπραξα πολλά. Δεν είμαι αχάριστη, αναγνωρίζω με ταπεινότητα πως στη ζωή μου συνάντησα μερικούς από τους πιο ευγενείς ανθρώπους, τόσο στην ψυχή όσο και στην ανατροφή.  Ανάμεσα στους φίλους  και τους γνωστούς μου συγκαταλέγονται οι πιο γενναιόδωροι και δοτικοί άνθρωποι, τόσο στα αισθήματα όσο και στα υλικά αγαθά. Δεν αμφισβήτησα ποτέ τα κίνητρα της προσφοράς τους, θεώρησα δεδομένη την ανιδιοτέλεια και περιττή την οποιαδήποτε υστεροβουλία εκ μέρους τους.
Σε ποιον άλλωστε δεν αρέσει να του κάνουν δώρα, να τον καλομαθαίνουν, να τον κάνουν να αισθάνεται ξεχωριστός; Απλά, αυτοί που έχουν και το χάρισμα να δίνουν πέρα από το να δέχονται είναι για μένα "μεγάλοι". Και δεν αναφέρομαι μόνο σε άνδρες, που λίγο πολύ υπάρχει μια ηλίθια κοινωνική καταπίεση να είναι "χορηγοί" και "ιππότες". Ίσα ίσα, οι περισσότερες στις οποίες αισθάνομαι υποχρέωση κι ευγνωμοσύνη είναι γυναίκες, είναι φίλες, είναι μητέρες φίλων. Από τη μαμά της κολλητής μου, που χρόνια κάθεται και ακούει τα παραληρήματα μας για τα γκομενικά και μας συμβουλεύει, στη μαμά άλλης φίλης που με θυμάται κάθε φορά που μαγειρεύει τα αγαπημένα μου φαγητά και μου στέλνει με το ταπεράκι. Από τη φιλενάδα που δεν προλαβαίνω να εκφράσω επιθυμία να αγοράσω κάτι και την επόμενη μέρα το βρίσκω μέσα σε σακουλίτσα πάνω στο γραφείο μου, στην αδερφούλα μου που μου περιποιείται τα άκρα εδώ και τρία χρόνια χωρίς να δέχεται να πάρει χρήματα. Από τη φίλη που θα με αφήσει να πάρω την ξαπλώστρα με την καλύτερη σκιά, θα μου δώσει τη μεγαλύτερη μερίδα στο γλυκό, θα προτείνει να κάνω πρώτη μπάνιο στο δωμάτιο στις διακοπές (κι ας καταναλώσω όλο το ζεστό νερό), στη φίλη που θα με μαζέψει από το μπαρ και τα ξενύχτια, θα οδηγήσει το αμάξι μου μέχρι το σπίτι, θα με ανεβάσει πάνω, θα μου φτιάξει καφέ και θα μείνει μέχρι να με πάρει ο ύπνος.
Κακά τα ψέματα, όμως, οφείλω πολλά και σε φίλους, που ο καθένας για τους δικούς του λόγους κι ορμώμενος από διάφορα προσωπικά ερεθίσματα μου έδειξαν ενδιαφέρον, αγάπη, λατρεία. Κι αν έχω παραλάβει άπειρες (πολύχρωμες κι ευωδιαστές) ανθοδέσμες σε γιορτές και γενέθλια, κι αν έχω λάβει δώρα χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένη αφορμή, κι αν μου έχουν κάνει τις πιο παράξενες εκπλήξεις. Η λίστα θα ήταν ατέρμονη με ευχαριστίες για δείπνα σε gourmet εστιατόρια, για εκδρομές με μηχανές, φουσκωτά, jeep, για extreme δραστηριότητες στα βουνά, τα ποτάμια, τα λαγκάδια, για εξόδους σε λαμπερές παραστάσεις ή δημοφιλείς συναυλίες, για κεράσματα στα μπαρ, για πανέρια με γαρύφαλλα στα μπουζούκια αλλά και για πιο απλά πράγματα όπως το να σου αφιερώνουν τραγούδια στο ραδιόφωνο, να σου συστήνουν τον οικογενειακό τους γιατρό, τον τραπεζίτη τους ή ένα καλό μάστορα για τα μερεμέτια στο σπίτι, να σου γράφουν dvd με τις αγαπημένες σου σειρές, να σε παίρνουν τηλέφωνο να σε ξυπνήσουν γιατί είσαι υπναρού και δυσκολεύεσαι να σηκωθείς να πας για δουλειά.
Τελικά, ήμουν και είμαι ακόμα (κι ευελπιστώ να παραμείνω) προνομιούχα στις εκδηλώσεις αγάπης. Χρωστάω πολλά σε όλους και όλες και τις περισσότερες φορές ενώ ξέρω πως δε ζητάει κανείς σας τίποτα σε αντάλλαγμα αισθάνομαι την υποχρέωση να εξιλεωθώ, να αντιπαρέρθω, να ανταποδώσω. Με τον τρόπο μου και στο βαθμό που αντέχει η τσέπη μου αλλά πάντα με την ένταση που χτυπάει η καρδιά μου επιφυλάσσομαι. Γιατί ακόμα και το μικροσκοπικότερο ψήγμα γενναιοδωρίας που εισέπραξα έχει καταχωρηθεί, έχει αναγνωριστεί κι έχει επεξεργαστεί αναλόγως. Αλλά, θα ήμουν κι υποκρίτρια να σας ζητήσω να σταματήσετε να κάνετε αυτό που ξέρετε να κάνετε καλά... Να είστε εκεί. Να είστε καλά. Να περνάτε ακόμα καλύτερα. Να περνάμε μαζί φοβερά. Σας αγαπώ!