Παρασκευή 20 Μαΐου 2011

A wedding less than ordinary

Μετά το Πάσχα έχω πάθει overdose από προσκλήσεις και attendance σε γάμους. Αυτός ο θρησκευτικός περιορισμός την τύχη μου μέσα που καθόλη την Πεντηκοστή δεν μπορεί ο κοσμάκης να παντρευτεί και σπεύδουν μετά ο ένας μετά τον άλλον σαν τις μύγες και γίνεται πανικός κάθε ΠΣΚ του Μαϊου, Ιουνίου και Ιουλίου... έλεος. Και όλα τα δώρα μαζεμένα (και ειδικά στους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε, δεν είναι και για πολλές ανοιχτοχεριές) και όλα τα σαββατοκύριακα καβατζωμένα λόγω των υποχρεώσεων και αγωνία ποιο φόρεμα και ποια παπούτσια θα βάλεις κάθε φορά μην τυχόν και σκάσεις μούρη με τα ίδια και σε πούνε και τσίπισα. Άσε το άλλο που κάποιοι γάμοι είναι κι εκτός Αθηνών, οπότε συνυπολογίζονται διαδρομές, βενζίνες, διόδια, ξενοδοχεία. Πολύ κούραση ρε παιδί μου. Και μπαίνει και το καλοκαιράκι και θέλουμε όσο να'ναι να αρχίσουμε τις εκδρομούλες στο νησίιιιιι. Πφφφφφ...
Δυο περιπτώσεις γάμων πάντως μέχρι στιγμής με καθηλώσανε για τη διαφορετικότητα τους και την ανεπιτήδευτη πρωτοτυπία τους. Και όχι, δεν αναφέρομαι σε φάσεις τύπου παντρεύομαι μέρα μεσημέρι στη Μύκονο, γιατί αυτό κυρά μου έχει καταντήσει τόσο mainstream όσο και τα έτοιμα κοκτέηλ σε μπουκάλια. Ούτε αυτό με το ξυπόλυτοι στην παραλία, όλοι με μαγιώ και βερμούδες κλπ, γιατί τη σήμερον η κάθε καρακαλτάκα έχει πρόσβαση στην παραλία του Αγιου Κοσμά για να κάνει το δήθεν χαλαρό γαμήλιο beach party, με γάζες και τούλια στα beach beds και ψευτολαουτζιές. Εμετός. Όχι, λοιπόν, δεν αναφέρομαι σε κάτι τέτοιο. Άλλωστε αυτά τα settings μόνο κάτι νεόπλουτους εντυπωσιάζουν, τη δεκαετία του 90 το must ήταν η δεξίωση στο golf της Γλυφάδα, στο millenium ήρθε η μόδα με τα κτήματα και εσχάτως παίζει το νησί/παραλία/προαύλιο εκκλησίας τύπου mama mia. Κι έχει χαθεί η όλη ουσία, που αν δεν κάνω λάθος αρχικά ήταν να γιορτάσεις τη χαρά με λίγους φίλους στους οποίους θες να επιβεβαιώσεις και να γνωστοποιήσεις την αγάπη σου προς το σύντροφο σου με τον οποίο αποφάσισες να μοιραστείς το υπόλοιπο της διαδρομής που λέγεται ζωή. ΌΧΙ να τους κάνεις φιγούρα, όχι να τους ταίσεις, όχι να βγάλεις όλες σου τις υποχρεώσεις, όχι να ξεπαραδιαστείς, όχι να σου βγει από τη μύτη κάτι που απλά θα έπρεπε να είναι μόνο ένα απειροελάχιστο κομμάτι από το συνολικό πακέτο που λέγεται γάμος. Ξεκολλάτε, ζώα, γάμος δεν είναι το πάρτυ, γάμος είναι το πριν και το μετά.
Ο πρώτος γάμος στον οποίο χάρηκα αφάνταστα που συμμετείχα ήταν αυτός της yogi μου, η οποία παντρεύτηκε τον καλό της στο δημαρχείο, κάλεσε λίγους και καλούς μέσω e-mail  (με μια καλαίσθητη πρόσκληση την οποία φιλοτέχνησε η ίδια, ως γραφίστρια) και στη συνέχεια μας κέρασε φαγητό σε ένα cosy μεζεδοπωλείο στο Παλαιό Φάληρο. Απλά, τίμια, ζεστά και χωρίς φανφάρες. Με τους φίλους του γαμπρού να έχουν μετατρέψει το όλο γεγονός σε μια φοιτητική πλάκα, σαν κι αυτές από τα χρόνια που σπούδαζαν στην Ιταλία, υπό τη μουσική επένδυση ενός μπουζουκιού και μιας κιθάρας, που έπαιζαν non stop από την ώρα που μπήκανε στο δημαρχείο μέχρι την ώρα που έφυγε κι ο τελευταίος καλεσμένος από το εστιατόριο. Με τη νύφη να κάνει την πιο σουρεάλ εμφάνιση που έχω δει ποτέ σε παρόμοια περίσταση, αλλά που στην τελική ήταν το προσωπικό στυλ της και στην καθημερινότητα, δε φόρεσε δηλαδή μια στολή τούρτας και μια μάσκα από στόκο που φοράνε συνήθως οι νύφες. Με ένα κράμα προσωπικοτήτων και κουλτουρών ανάμεσα στους λιγοστούς καλεσμένους. Με μια απλοϊκότητα σε όλα τα στάδια: μπομπονιέρες που έφτιαξε η ίδια, ρύζια και ροδοπέταλα στο industrial προαύλιο του δημαρχείου, ανυπαρξία επαγγελματία φωτογράφου/κάμεραμαν (ο καθένας τράβηξε τα δικά του ντοκουμέντα και την επομένη του γάμου τους αποστείλαμε αντίγραφα ώστε να συνθέσουν το δικό τους άλμπουμ), παρείστικη δεκάλεπτη πεζοπορία όλων των καλεσμένων μέχρι το εστιατόριο, μπύρες, κρασί χύμα και ρακόμελα, χωριάτικη σαλάτα, πατάτες τηγανητές και ποικιλία κρεατικών - τα φαγητά που θα έτρωγαν αν έβγαιναν έξω με τους κολλητούς τους μια κυριακή μεσημέρι. Και χορός, πολύ χορός, με τραγούδια που ακούς σε ρεμπετάδικα, με τραγούδια που γρατζουνάνε οι κιθάρες γύρω από τη φωτιά στην παραλία, όχι το σικέ playlist του κάθε πικραμένου που την έχει δει dj. Ειλικρινά, και να προσπαθούσαν δε θα μπορούσαν να έχουν πιο λιτό και πιο αληθινό γαμήλιο πάρτυ.
Ο άλλος γάμος που με συγκίνησε για τη διαφορετικότητα του ήταν by far πιο loud, πιο μπούγιο, πιο υπερπαραγωγή. Ήταν ο γάμος μιας συμφοιτήτριας από την Αγγλία, η οποία κατάγεται και μένει στη Λάρισα. Ο γάμος έγινε στο χωριό της και τηρήθηκαν όλα τα έθιμα του παραδοσιακού βλάχικου γάμου και όχι δεν τον έβγαλα τον χαρακτηρισμό αυτό εγώ από το μυαλό μου, η ίδια η νύφη μας είχε ήδη προειδοποιήσει για τα "δρώμενα".  Που δεν ήταν άλλα από δεκαμελή μπάντα πνευστών και κρουστών να παίζουν ασταμάτητα παραδοσιακά ακούσματα της περιοχής (καραγκούνες), το σόϊ να έχει μαζευτεί στο πατρικό της από το πρωί, οι σούβλες και τα κεράσματα να δίνουν και να παίρνουν από νωρίς το μεσημέρι, οι ανηψιές και οι ξαδέρφες να τρέχουν (πάνω σε δωδεκάποντα στιλέτο) σαν παλαβές να κεράσουν κρασιά, τσίπουρα και χιονούλες τους καλεσμένους που άρχισαν να συρρέουν τουλάχιστον 2 ώρες πριν το γάμο, τους γηραιότερους να έχουν στρογγυλοκαθήσει στα τραπέζια που είχανε στηθεί στον κήπο του αμειγώς χωριάτικου σπιτιού, τα 5 παρανυφάκια να τρέχουν σα ζουζούνια δεξιά κι αριστερά και να κάνουν σκανταλιές, τις θείες και τους θείους να χορεύουν ακούραστα τσάμικο και συρτό και τη νύφη στο επάνω σπίτι να δέχεται τις ευχές και τα δώρα των καλεσμένων. Μισή ώρα πριν αναχωρήσει για την εκκλησία, έφτασε η αποστολή του γαμπρού με το βλάμη να φέρνει μαζί του τα νυφικά παπούτσια και να εκτελείται το έθιμο του ασημώματος προκειμένου να "χωρέσει" το πόδι της νύφης. Μόλις επιτεύχθηκε το perfect fit, ξεκίνησε σύσσωμη η πομπή των 500και καλεσμένων, με μπροστάρηδες τη μπάντα με τα χάλκινα, πίσω τη νύφη και την οικογένεια της και πιο πίσω οι υπόλοιποι, δέκα λεπτά περπάτημα μέχρι την εκκλησία του χωριού, όπου μας περίμεναν οι άλλοι 500 καλεσμένοι από τη μεριά του γαμπρού. Η λαοθάλασσα δε χωρούσε καν στο προαύλιο, πόσο μάλλον μέσα στο ναό. Κι επειδή δεν μπόρεσα να τρυπώσω μέσα, κάθησα σε ένα πεζούλι μαζί με την υπόλοιπη παρέα συμφοιτητών και κάναμε χάζι τα ντάτσουν και τα ντιζελομερσεντικά, θυμόμασταν περιστατικά από τις ένδοξες εποχές του πανεπιστημίου και γελούσαμε με τα ντυσίματα και τις κομμώσεις που παρήλαυναν.
Το πανηγύρι (με την κυριολεκτική έννοια και χωρίς καμία απολύτως διάθεση ειρωνείας) ξεκίνησε μεσημέρι και ολοκληρώθηκε αργά το βράδυ στο κέντρο διασκέδασης που το ζευγάρι είχε επιλέξει για τη δεξίωση. Εκεί, όντως δε διέκρινα κάτι διαφορετικό από το στήσιμο και τις διαδικασίες που ακολουθούνται συνήθως (Ντέμης Ρούσος, θεαματική είσοδος ζευγαριού, κοπή τούρτας, άνοιγμα σαμπάνιας, πρώτος χορός ζευγαριού) αλλά αυτό που έγινε μετά ήταν πέραν κάθε φαντασίας. Χορός μέχρις τελικής πτώσεως με συμμετοχή από τουλάχιστον τα τρία τέταρτα των καλεσμένων, γιατί απλούσταστα η μουσική και τα τραγούδια ήταν αυστηρά παραδοσιακά, χαρακτηριστικά του καταγωγής και της κουλτούρας των νεόνυμφων και των συγγενών, χορογραφίες εντελώς άγνωστες σε μας τους πρωτευουσιάνους, με φιγούρες που θα κάνανε τους συμμετέχοντες σε reality να αφρίζουν από τη ζήλεια. Πέρασαν όλοι καλά κι εμείς καλύτερα και με το εμείς εννοώ την παρέα από το πανεπιστήμιο που καθήσαμε όλοι μαζί πρώτο τραπέζι πίστα (ναι ναι η νύφη μας έκανε φοβερή τιμή, παραβλέποντας το πρωτόκολο σε ανάλογες περιπτώσεις) και μπορεί να μη δώσαμε χορευτικό ρεσιτάλ, αφήσαμε όμως με το δικό μας τρόπο το στίγμα στη γιορτή.
Το bottomline και των δύο διαφορετικών γάμων: ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Και στα δικά σας οι ανύπαντρες, καλά κουράγια σε μας και την υγειά μας να έχουμε να μπορούμε να σας ακολουθούμε όπου παντρεύεστε! Φιλιά!

Δευτέρα 16 Μαΐου 2011

Gourmet dining



Βραδυά γκουρμέ σε ένα από τα πιο ακριβά και συνάμα most sought after εστιατόρια έζησα τις προάλλες. Ξέρω, είναι προκλητικό εν μέσω κρίσης να μιλάω για μαγαζιά όπου το να φας κοστίζει όσο το ΑΕΠ μιας μικρής χώρας, αλλά επειδή σε αυτό το μάταιο κόσμο μας έχουν μείνει λίγες χαρές και επειδή η ζωή είναι μικρή, μία στο τόσο μπορούμε να κακομαθαίνουμε τους εαυτούς μας. Πήγα, λοιπόν, μ' ένα φίλο στο funky gourmet, για το οποίο μέχρι εκείνη τη στιγμή ήξερα ή καλύτερα είχα διαβάσει για τους χρυσούς σκούφους που του είχανε απονείμει τα τελευταία δύο χρόνια.  Δε γνώριζα ούτε το background, ούτε τους σεφ, ούτε καλά καλά που βρισκόταν το μαγαζί, ευτυχώς όμως ο φίλος ήταν κατατοπισμένος και πολύ σωστά ενημερωμένος για το κάθετι αναφορικά. Άλλωστε, ήταν δική του επιθυμία να δειπνήσει κάπου ξεχωριστά και σκέφτηκε να μοιραστεί την εμπειρία μαζί μου (και τον χιλιοευχαριστώ για την τιμή). Έβαλε τα μεγάλα μέσα λοιπόν για να τρυπώσει στο καρνέ των κρατήσεων και να βρούμε τραπέζι για το ίδιο κιόλας βράδυ, παρά το ότι η λίστα αναμονής ήταν τουλάχιστον δύο εβδομάδες (πόσο νεοϋορκέζικο ακούγεται αυτό, ε;) και κάπως αργάμιση η φωκίτσα έσκασε μούρη σε ένα πανέμορφο νεοκλασικό κάπου στον Κεραμεικό, με dress code και διάθεση εντελώς για άλλα γούστα.
Το στήσιμο του μαγαζιού ήταν λιτό, η υποδοχή θερμή και γενικότερα το σέρβις ήταν ευγενικά απρόσωπο κι απρόσωπα ευγενικό. Ένας όμορφος χώρος στον πρώτο όροφο, με καμιά δεκαριά τραπέζια όλα κι όλα, άλλωστε το concept του μαγαζιού ήταν αρχικά για private dining και εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό κουβέρ. Σερβιτόροι, βοηθοί, sommelier όλοι eager να εξασφαλίσουν ένα καλό tip στο τέλος της βραδυάς, πέραν του δεόντος επεξηγηματικοί ως προς τα υλικά των πιάτων και τις ποικιλίες του κρασιού, να σου γεμίζουν τα ποτήρια και να σου αδειάζουν τα πιάτα πριν καν προλάβεις να πεις γιούχου. Οι επιλογές σε φαγητό περιορισμένες, αλά καρτ διαλέγοντας από τρία πρώτα, τέσσερα κυρίως και τρία γλυκά. Ο κατάλογος των κρασιών ήταν τουλάχιστον δέκα φορές μεγαλύτερος, εν αντιθέσει μάλλον με το μέσο όσο εστιατορίων στην Αθήνα. Alternatively, σου δίνανε την επιλογή ενός fixed μενού 16 σταδίων, που κόστιζε 100ευρώ το άτομο. Όλα πάντως οργανωμένα με ένα ύφος που δεν αφήνει περιθώρια να ελιχθείς γευστικά. άλλωστε νομίζω το notion του μαγαζιού δεν είναι να φάει ο πελάτης ό,τι θέλει, αλλά να έχει δυό εναλλακτικές σε αυτά που θέλει να του προσφέρει ο σεφ.
Όπως και να έχει, η παρουσίαση των πιάτων ήταν πρωτότυπη, ο συνδυασμός των γεύσεων αρκετά αρμονικός, η χρήση πρωτότυπων τεχνικών (που προσωπικά πρωτοείδα στα reality μαγειρικής φέτος) επιτυχημένη. Από το amuse bouche της γρανίτας χωριάτικης σαλάτας, μέχρι την ιεροτελεστία προετοιμασίας μίας πίτας φαλάφελ, από την πανδαισία αρωμάτων και χρωμάτων της σαλάτας μέχρι την ανυπαρξία πραγματικής πάστας στην αστακομακαρονάδα (που ήταν και το ακριβότερο πιάτο του καταλόγου), το φτυαράκι και η γλαστρούλα τρούφας, το δέντρο με τις σοκολατένιες ελιές, όλα μου φάνηκαν άρτια εκτελεσμένα. Η σεφ δε λυπήθηκε τις πρώτες ύλες, χρησιμοποίησε τις καλύτερες και πραγματικά έθεσε τον πήχη πολύ ψηλά στις γαστρονομικές απαιτήσεις μου. Η συνολική εμπειρία μου άφησε παρά το υπερβολικά ακριβόν τίμημα την αίσθηση ότι έφαγα πάρα πολύ καλά, value for money. Οι ποσότητες ναι, ήταν ένα θέμα, αλλά πότε δεν είναι σε τέτοιου είδους εστιατόρια; Κι άλλωστε, όταν πας να φας έντεκα το βράδυ, ε δε νομίζω ότι χρειάζεται να στουμπώσεις και στο φαγητό.
Κι αναπάντεχα έρχεται η σύγκριση με προηγούμενη μου εμπειρία σε έτερο βραβευμένο εστιατόριο πριν ενάμιση χρόνο. Που κυριολεκτικά δεν είχα φάει τίποτα, γιατί καμία γεύση δεν ταίριαζε στον ουρανίσκο μου, γιατί ο σεφ είχε προασπαθήσει υπερβολικά, γιατί ίσως παραείμαι μαθημένη στα σουβλάκια και τα άλλα ταπεινά junk food, γιατί η ατμόσφαιρα θύμιζε μαυσωλείο και γιατί μου είχανε φανεί τόσο στημένα, τόσο κυριλέ, τόσο εκτός ηλικιακού target group, τόσο μακριά από τη δική μου λαϊκή πραγματικότητα. Εν αντιθέσει με τη βραδυά στο funky gourmet, που οι γεύσεις ήταν προσιτές και οικείες, απλά η χρήση ακριβών υλικών και η παρουσίαση προσέδιδε στα πιάτα την αίγλη που το διαφοροποιεί από μια σπιτική ταβέρνα με καλομαγειρέμένα μαμαδίσια φαγάκια. Το φαγητό ήταν με μία λέξη ασύλληπτο, και για να το λέει ο πλέον μίζερος άνθρωπος στον κόσμο, σημαίνει πώς ήταν κι ακόμα παραπάνω. Ο κόσμος ήταν ανάμεικτος, από κουλτουριάρηδες σκηνοθέτες και ηθοποιούς, μέχρι ζευγαράκια, από επιχειρηματίες σε επαγγελματικό δείπνο μέχρι δυο καλούς φίλους που απλά θέλανε να κάνουν κάτι ξεχωριστό. Κι αυτή η πολυμορφία έκανε το περιβάλλον ζεστό. Κι η πινελιά που για μένα κέρδισε το άριστα ήταν που στο τέλος της βραδυάς η γλυκύτατη σεφ Γεωργιάννα Χιλιαδάκη βγήκε και χαιρέτησε έναν έναν τους πελάτες, ρωτώντας την άποψη μας και απαντώντας σε ερωτήματα σχετικά με τα πιάτα. Δε νομίζω πως ένα τόσο ακριβοθώρητο μαγαζί μπορούσε να γίνει πιο προσιτό! Συμβουλή: σπεύσατε έστω για μια φορά! Φιλιά!

Τρίτη 3 Μαΐου 2011

She's just not into you

Διαβάζα τις προάλλες σε ένα blog για τις συνήθεις παπαριές που λέει ένας άνδρας προκειμένου να ρίξει μια γυναίκα και φυσικά με είχε πιάσει υστερικό γέλιο με τις ηλιθιότητες που μπορεί να σκαρφιστούν. Ήθελα όμως να του γράψω του τυπά που υπέγραφε το κείμενο πως ακόμα πιο απαράδεκτες είναι οι ατάκες με τις οποίες εμείς οι γυναίκες ρίχνουμε τις χυλόπιτες ζεστές ζεστές, σε όσους δε μας κάνουν το κλικ, σε όσους απλά πήρανε μόνοι τους θάρρος από τη σημαία ή τελοσπάντων σε όσους απλά είναι για τον πούτσο και δεν μπορούμε να ασχοληθούμε περαιτέρω. Γιατί, μεγάλε, καλή η προπάθεια να με ρίξεις στο κρεββάτι, αλλά άμα σου έχω έτοιμη πληρωμένη απάντηση και δεν έχεις μέσο διαφυγής, απλά την έκατσες. Νομίζω θέλει μεγάλη διπλωματία και κινήσεις ελιγμού για να την προσφέρεις αλλά και να την εισπράξεις όσο πιο ανώδυνα γίνεται. Κι ίσως και λίγη εξυπνάδα, όχι όμως τη συνήθη κουτοπονηριά με την οποία συμπεριφέρονται οι περισσότερες γυναίκες. Και πολύ χιούμορ θα έλεγα. Α... κι όσο το δυνατόν περισσότερη ειλικρίνεια.
Εντάξει, δηλαδή, αυτή η χιλιοειπωμένη μουφοδικαιολογία του τύπου "ξέρεις, σε βλέπω σα φίλο" εμένα μου προκαλεί εμετό. Δεν την έχω πει ποτέ και ούτε πρόκειται, για τον απλούστατο λόγο του ότι τους φίλους μου τους έχω ορίσει χρόνια τώρα και προφανώς δεν έχω καμία κωλοπιλάλα να προσθέσω ακόμα έναν στη λίστα. Τι πάει να πει τον βλέπεις τον άλλο σα φίλο, πες του ξεκάθαρα του άλλου ότι δε γουστάρεις κι άστον μετά να διαχειριστεί εκείνος το πώς θα σε ξανα-προσεγγίσει. Πες ρε παιδί μου ότι δεν είναι ο τύπος σου (ψηλός, γεροδεμένος, γκριζομάλλης και λάτρης του Ολυμπιακού, λέμε τώρα), δε νομίζω να πάει στον Προκρούστη για να ψηλώσει όυτε να αρχίσει να gillie diet για να αδυνατήσει ούτε να γίνει ξαφνικά βαψομαλλιάς. Πες ότι δε διακρίνεις κοινά στοιχεία που να συνιστούν ότι ταιριάζετε, εκεί κι αν θα πάρει το μήνυμα loud and clear. Αλλά αυτό με το κολλητιλίκι, με προκαλεί εμένα και φαντάζομαι και τον χυλοπιτοεισπράκτορα να ξεστομίσει την περίφημη ατάκα ότι τα καλύτερα γκολ μπαίνουν στα φιλικά. Άρα, φάουλ.
Η δεύτερη μεγάλη ψευτιά είναι να πεις ότι έχεις γκόμενο, ενώ φυσικά το σύστημα εκεί κάτω έχει πιάσει αράχνες από την αδράνεια  κι έχεις να πας βολτούλα αγκαζέ από τα χρόνια του νηπιαγωγείου. Βρε φιλενάδα, λίγη αξιοπρέπεια, εκτός κι αν πάσχεις από το σύνδρομο που έχουν κάτι μικρά παιδάκια κι έχουν φανταστικούς φίλους, έτσι κι εσύ εφηύρες ένα καβατζογκομενάκι για να τη σκαπουλάρεις. Στατιστικά, οι περισσότερες που λένε αυτό το ψέμα για να αποφύγουν κάποιο επίμονο μνηστήρα, μέσα σε λίγες μέρες αποκτούν όντως γκόμενο και μετά γίνονται διπλά ρόμπα, γιατί πότε πρόλαβες και σούταρες τον προηγούμενο, πότε βρήκες καινούριο, πρέπει να είσαι λέμε και πολύ μεγάλη καριόλα. Βέβαια, ακούω ήδη αντιρρήσεις από την κολλητή, και καλά δεν υπέγραψε κάνα συμβόλαιο με τον άκυρο, ούτε είναι αναγκασμένη η άλλη να δώσει εξηγήσεις γιατί χυλοπίτιασε τον ένα και στα καπάκια βρήκε άλλον. Δεν ξέρω, αν δεν έχεις το θάρρος της γνώμης να πεις στον άλλο την αλήθεια, ε ναι για μένα μετά είσαι άξια της μοίρας σου για ό,τι βρει να σου σούρει ο χριστιανός.
Αυτή η περίπτωση απαντάται και με διαφορετική βερσιόν, του τύπου ξέρεις δεν είμαι σε φάση για σχέση γιατί ακόμα σκέφτομαι ή τραβιέμαι με τον πρώην μου. Να΄τος πάλι ο φανταστικός φίλος. Κυρά μου, σκέφτεσαι τον πρώην σου που αν δεν κάνω λάθος τον έστειλες αδιάβαστο εσύ πριν κάνα δίχρονο, κι απλά όταν ζορίζουν τα πράγματα τον βγάζεις από την κατάψυξη και τον μνημονεύεις; Fail. Η και καλά τραβιέσαι ακόμα μαζί του, αλλά φυσικά έχεις και το νου σου για τυχόν κάτι καινούριο, εξ ού και το πράσινο φως που έλαβε από σένα ο μελλοντικός χυλοπιτοεισπράκτωρ. Loser. Πόσο χαμηλά ρε πούστη μου είναι διατεθειμένες ορισμένες γυναίκες να πέσουν και πόση απελπισία τις κυριεύει, δηλαδή. Το παρελθόν φιλενάδα είναι παρελθόν and what happens in rome stays in rome, τέλος. Τι κάθεσαι και ψάχνεις εκεί στις ναφθαλίνες να βρεις κουράγια να ξαποστείλεις αυτόν που δε σου αρέσει, όταν όλα μπορούν να τελειώσουν γρήγορα, απλά και χωρίς αναισθητικό, μπαμ κι έξω δε γουστάρω ρε φίλε. Πρώην και αηδίες...
Κι αυτό το "δεν είμαι σε φάση"... Μη λες δεν είμαι σε φάση για σχέση. Μεγάλε, είμαι σε τρελλή φάση και σε τρελλή φόρμα, απλά δε νομίζω ότι το μεταξύ μας μπορεί να αποδώσει σε στοίχημα. Δικαιολογίες του τύπου θέλω να είμαι μόνη μου για λίγο διάστημα, μόλις βγήκα από κάτι πολύ ψυχοφθόρο και επειδή είσαι καλό παιδί δε θέλω να σε ταλαιπωρώ, διπλή πίκρα κι απάτη. Ποιον κοροιδεύεις, πες ξεκάθαρα πως δεν είσαι απλά σε φάση για να κάνεις κάτι μαζί με αυτόν συγκεκριμένα, δεν είναι ούτε ότι τραβάς τίποτα σοβαρά ζόρια, ούτε έχεις πάθει καμιά κατάθλιψη, γενικότερα είσαι horny όσο δεν πάει, απλά δε σου κάνει κούκου αυτός. Αν σε ένοιαζε που είναι καλό παιδί και τον συμπαθείς, ρίχτου τότε ένα στα γρήγορα για το ψυχικό και στείλε τον μετά στην ευχή του Θεού, μην του χρυσώνεις όμως το χάπι. Άσε, που θα πάρουν και τα μυαλά του αέρα και μετά θα διατείνεται πως οι φήμες τον θέλουν για πολυυυυυυυυυυυ καλόοοοοοοοο παιδί, με πιστοποιητικό κιόλας, το δικό σου.
Ή κάνω πολύ παρέα με άνδρες (και ακούω τα όσα μύρια αποδίδουν στις γυναίκες, άρα μαθαίνω) ή παρα-έχω γίνει κυνική. Εμένα πάντως αν μου σκαγε χυλόπιτα από άνδρα on the grounds ότι περνάει φάση ή ότι σκέφτεται ακόμα την πρώην ή ότι είμαι καλή κοπέλα αλλά με βλέπει σα φίλη, θα άρχιζα αμέσως γυμναστήριο, θα τράβαγα καμιά πλαστική στη μάπα και θα ξεστραβωνόμουν να πάρω και κάνα διδακτορικό, γιατί όλες αυτές οι γελοίες υπεκφυγές συνάδουν στο ότι απλά είμαι άσχημη, βαρετή και δεν του κάνω εντύπωση.  Α, και θα παιρνα δρόμο όσο το δυνατόν γρηγορότερα, γιατί αν ο τύπος δεν έχει τα αρχίδια να ρίξει μια απόρριψη της προκοπής, πού να βασιστείς πάνω του αργότερα ότι θα φοράει και θα τιμάει τα παντελόνια του, ε; Επιμένω, πως δεν υπάρχει τίποτα πιο "αντρίκειο", τίμιο και ειλικρινές από το να λες ότι κάτι δε σου αρέσει, δε σου ταιριάζει και δε γουστάρεις. Κοφτά και χωρίς περιθώρια για παρεξηγήσεις ή παρερμηνείες. Σκληρό κι άκομψο αν ακούγεται, πιστεύω πως ο άλλος θα το εκτιμήσει (όταν συνέλθει από την ήττα, που αν έχει τη δέουσα αυτοεκτίμηση, δε νομίζω να πάρει πάνω από τριάντα δευτερόλεπτα, ίσα μέχρι να πει "χάρηκα, τα λέμε") και θα σε παραδεχτεί. Στο κάτω κάτω, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να μας αρέσουν όλοι σε όσους αρέσουμε εμείς. Κι αν δεν είμαστε εμείς, θα βρουν κάτι καλύτερο, οπότε καλό κατευόδιο. Φιλιά!